Οι ελληνικές τράπεζες θα επιστρέψουν στην καταβολή μερισμάτων για πρώτη φορά από το 2009
Οι ελληνικές τράπεζες καρπώνονται τους καρπούς του ισχυρού μετασχηματισμού του ισολογισμού που έχει σημειωθεί τα τελευταία τέσσερα χρόνια, όπως τονίζει η S&P Global Rating στην τελευταία της ανάλυση κειμένου για τις προοπτικές του 2024, με ελπιδοφόρες εξελίξεις στο μέλλον. Πρώτον, ενδέχεται να επιστρέψουν στην καταβολή μερισμάτων για πρώτη φορά από το 2009 και, δεύτερον, έως το 2025 οι δείκτες ΜΕΔ θα πέφτουν κάτω από το 5%.
(*2*)
(*1*)
Ωστόσο, το σπίτι αφήνει και ίχνος από την ποιότητα των κεφαλαίων του. «Η ποιότητα του κεφαλαίου παραμένει αδύναμη και οι προοπτικές βελτίωσης παραμένουν χαμηλές, περιορίζοντας τις αξιολογήσεις των ελληνικών τραπεζών. Οι αναβαλλόμενες εκπτώσεις φόρου αντιπροσωπεύουν πάνω από το 65% της κεφαλαιακής βάσης των τραπεζών και αποσβένονται σε μικρά ποσά», αναφέρει το επιμελητήριο, προφανώς υπαινίσσεται τις προθέσεις του σχετικά με τις αξιολογήσεις του κλάδου.
Βασικά συμπεράσματα για την πορεία των ελληνικών τραπεζών
Σύμφωνα με την S&P Global Rating, η συνολική οικονομική απόδοση των ελληνικών τραπεζών επιβεβαιώνει ότι επωφελούνται από τον ισχυρό μετασχηματισμό των ισολογισμών τους τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Το ποσοστό μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPE) σε όλο το σύστημα το 2024 θα είναι 4-6%.
Οι κίνδυνοι χρηματοδότησης έχουν μειωθεί καθώς οι τράπεζες αποπληρώνουν το μεγαλύτερο μέρος των δανείων-στόχων τους σε πράξεις πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης και η έκδοση μακροπρόθεσμου χρέους στο εξωτερικό κερδίζει δυναμική.
Οι τράπεζες συνεχίζουν να διατηρούν πολλά μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα χάρη στο έντονο ενδιαφέρον των ξένων υπηρεσιών εξυπηρέτησης επισφαλών χρεών. Λαμβάνοντας αυτό υπόψη, καθώς και νέους δανεισμούς σε πιο υγιείς επιχειρήσεις, η S&P Global Rating αναμένει ότι ο δείκτης NPE του εγχώριου τομέα θα πέσει κάτω από το 5% μέχρι το τέλος του 2025, λόγω της εκποίησης και των οργανικών ανακτήσεων. Αναμένει ότι το οργανικό κοστούς του κινδύνου θα παραμείνει κοντά στις 80 μονάδες βάσης για τις περισσότερες τράπεζες τους επόμενους 12-18 μήνες.
Η κερδοφορία των τραπεζών επίσης βελτιώνεται. Χαμηλότερο κοστούς κινδύνου, υψηλότερα περιθώρια επιτοκίου, υψηλά έσοδα από προμήθειες, ανάκαμψη της ζήτησης δανείων και καλύτερα κέρδη που υποστηρίζουν τη λειτουργική {αποτελεσματικότητα}.
Οι ελληνικές τράπεζες έχουν βελτιώσει τις δραστηριότητές τους εισάγοντας μέτρα κόστους-αποτελεσματικότητας και πουλώντας μη βασικά περιουσιακά στοιχεία, με {αποτέλεσμα} οι δείκτες κόστους προς εισόδημα των τραπεζών να έχουν βελτιωθεί κατά μέσο όρο στο 40% ή χαμηλότερο. Τα επιτοκιακά περιθώρια των τραπεζών επωφελούνται από υψηλότερα επιτόκια.
Για την ελληνική οικονομία
Συνολικά, όσον αφορά την ελληνική οικονομία, το επιμελητήριο αναφέρει ότι ο ρυθμός αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ είναι πιθανό να επιβραδυνθεί το 2023 αλλά θα παραμείνει υψηλότερος από τους αντίστοιχους ρυθμούς στην ευρωζώνη και εκτιμάται στο 2,5%, υποστηριζόμενος από επενδύσεις, αύξηση τουρισμού, μείωση την ανεργία και την ευρύτερη στήριξη των ιδιωτικών δανείων.
Ιδιαίτερα καλές επιδόσεις παρουσιάζει ο τουριστικός τομέας, με στοιχεία να δείχνουν ότι η Ελλάδα είχε το καλύτερο πρώτο εξάμηνο από τότε που ξεκίνησαν τα εισερχόμενα ταξίδια, με τις εισπράξεις από ταξίδια και μεταφορές τους πρώτους επτά μήνες του έτους να αγγίζουν το 118% των επιπέδων του 2019.
Η ισχυρή ζήτηση από τους αναξιοπαθούντες διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων για το ελληνικό χρέος θα συνεχιστεί. Αυτό θα υποστηριχθεί από θετικές προοπτικές στις εγχώριες αγορές ακινήτων και από αυξημένες προοπτικές οικονομικής ανάκαμψης χάρη στις δικαστικές μεταρρυθμίσεις που πραγματοποιήθηκαν την τελευταία δεκαετία.
Η ατέλειωτος απορρόφηση των κονδυλίων βοήθειας της ΕΕ θα αυξήσει τη ζήτηση για νέα δάνεια για τις επιχειρήσεις. Η S&P Global Rating αναμένει ότι τα χαρτοφυλάκια δανείων των τραπεζών θα αυξηθούν κατά 3%-4%, αν και η πιθανότητα υποαπόδοσης παραμένει υψηλή λόγω οικονομικών κινδύνων.
Τι να περιμένουμε την επόμενη χρονιά
Οι ελληνικές τράπεζες θα επιστρέψουν στις πληρωμές μερισμάτων για πρώτη φορά από το 2009, εν αναμονή τελικών εγκρίσεων από τις ρυθμιστικές αρχές για πληρωμές μερισμάτων από το 2024.