ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Ελληνική οικονομία: Από τις ελληνικές στατιστικές στις στατιστικές κρίσεων: Ορθότητα οικονομικών (ή πολιτικών) αποφάσεων.

Πιο ακριβείς στατιστικές μέθοδοι; Ποιος χρησιμοποιεί τα δεδομένα και πώς;

Η πολυκρίση ανοίγει το ερώτημα για την ορθότητα των αποφάσεων, όχι μόνο νομισματικής, αλλά και πολιτικής οικονομίας. Ένα πολύ ευαίσθητο θέμα για την Ελλάδα, λαμβάνοντας υπόψη τη μαύρη πρωτεύουσα πριν από δέκα χρόνια, που ονομάζεται «ελληνικές στατιστικές». Η παγκόσμια τραπεζική κρίση του 2008 και η επακόλουθη κρίση του ελληνικού χρέους τόνισαν την αμφισβήτηση των δεδομένων για τα οποία λαμβάνονται οι αποφάσεις πολιτικής. Ακόμη και στην {περίπτωση} του συζητούμενου Συμφώνου Σταθερότητας σχετικά με τους νέους ευρωπαϊκούς δημοσιονομικούς κανόνες, εξετάστηκαν αλλαγές στην επιμέτρηση των δαπανών (μαζί με την πρόταση της Ελλάδας). Με άλλα λόγια, η πράσινη μετάβαση δημιούργησε νέες συνθήκες στον τρόπο υπολογισμού των ελλειμμάτων.

6 προτεραιότητες της ελληνικής οικονομίας για το 2024

Κρίσεις

Η πανδημία, οι γεωπολιτικές εντάσεις, ο πράσινος μετασχηματισμός και η ενεργειακή κρίση ανοίγουν επιτέλους ένα νέο θέμα για τις προβλέψεις των οικονομολόγων. Τίθεται το ερώτημα εάν οι κρίσεις οδηγούν στην ανάγκης προσαρμογής των στατιστικών μεθόδων. Το πιο χαρακτηριστικό παραδείγματα αποτυχίας είναι η αποτυχία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου κατά την ελληνική κρίση. Οι υποθέσεις και οι μέθοδοι αξιολόγησης των δεδομένων προκάλεσαν ένα σοκ λιτότητας με μη αναστρέψιμες κοινωνικές συνέπειες.

Σε διεθνές {επίπεδο}, αρχίζουν να εμφανίζονται ανησυχίες σχετικά με την {αξιοπιστία} παλαιότερων μεθόδων συλλογής δεδομένων, όπως οι έρευνες. Όπως σχολιάζει στην Economic Post ο Γιώργος Μπαλτάς, καθηγητής στη Σχολή Μάρκετινγκ και Επικοινωνίας του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, ο κίνδυνος αυτός είναι χαμηλότερος στην Ελλάδα. Με την έννοια ότι ο πληθυσμός του είναι πολύ μικρότερος και ομοιογενής, γεγονός που διευκολύνει σχετικά και πρακτικά τη λήψη αντιπροσωπευτικού δείγματος.

Μεθοδολογία

Η μεθοδολογία που χρησιμοποιεί η Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία για τον υπολογισμό των κρίσιμων δεδομένων για την οικονομική πολιτική, όπως ο δείκτης τιμών καταναλωτή, είναι από τις πιο αξιόπιστες. Ο ομότιμος καθηγητής ποσοτικής ανάλυσης στη Σχολή Μάρκετινγκ και Επικοινωνίας Ιωάννης Χαλικιάς και πρώην μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής Καλών Πρακτικών της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας (σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Κώδικα Καλών Πρακτικών) εξηγεί στον Οικονομικό Ταχυδρόμο πώς η ΕΛΣΤΑΤ (που αντικατέστησε τον Εθνικό Στατιστική Υπηρεσία) εξασφάλισε τις πιο στέρεες πρακτικές, ιδιαίτερα μετά τη θητεία του κ. Ανδρέα Γεωργίου.

Η δημόσια συζήτηση που ξεκίνησαν τα διεθνή ΜΜΕ κυρίως με αναχρονιστικές μεθόδους -μετά από κρίσεις και πανδημίες- θέτει το ερώτημα της σωστής πρόβλεψης της πορείας της αμερικανικής και ευρωπαϊκής οικονομίας ως {αποτέλεσμα} της αμφισβήτησης των δεδομένων.

Σύμφωνα με τον Χαλικιά, τα επιχειρήματα αυτά δεν βασίζονται σε αξιόπιστα δεδομένα. Ειδικά για την Ελλάδα, ο κ. Χαλικιάς τονίζει ότι οι πρακτικές αυτές είναι από τις πιο αξιόπιστες τόσο σε {επίπεδο} στατιστικής δειγματοληψίας όσο και σε {επίπεδο} εξασφάλισης της συμμετοχής των ατόμων που επιλέχθηκαν στις έρευνες (νοικοκυριά και επιχειρήσεις). Αναφερόμενος στο θέμα της ανεργίας, όπου ενδέχεται να υπάρχουν αποκλίσεις στα στοιχεία μεταξύ ΔΥΠΑ (πρώην ΟΑΕΔ) και ΕΛΣΤΑΤ, ο καθηγητής αναφέρει ότι τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ είναι σχετικά πιο αξιόπιστα για τη χάραξη πολιτικής γιατί βασίζονται σε πραγματικά δεδομένα (αν ο ερωτώμενος έχει εργαστεί μια ορισμένη επταήμερη και αν έψαχνε για δουλειά).

νέα τεχνολογία

Σύμφωνα με τον καθηγητή Balta, η νέα τεχνολογία αύξησε τον όγκο των δεδομένων που είναι διαθέσιμα στους υπεύθυνους λήψης αποφάσεων και νέες μεθόδους ανάλυσης και χρήσης τεχνογνωσίας. Για παραδείγματα, ένας τεράστιος όγκος δεδομένων σχετικά με αγορές προϊόντων και υπηρεσιών συλλέγεται καθημερινά με διάφορα ψηφιακά μέσα και μπορεί να αναλυθεί αποτελεσματικά.

Το κύριο ζήτημα είναι ποια δεδομένα λαμβάνονται υπόψη στον πολιτικό ή επιχειρηματικό σχεδιασμό κάθε φορά. Δύο τρέχοντα απλουστευμένα παραδείγματα είναι ο Γενικός Δείκτης Τιμών Καταναλωτή Οκτωβρίου 2023, ο οποίος ήταν 3,4%, ενώ ο υποδείκτης Τροφίμων και Μη Αλκοολούχων Ποτών ήταν 9,9%.

«Επειδή το κοστούς των βασικών αγαθών αυξάνεται πολύ πιο γρήγορα, ο {σχεδιασμός} πολιτικής που βασίζεται αποκλειστικά στον Γενικό Δείκτη Τιμών Καταναλωτή αγνοεί πολύ μεγαλύτερες αυξήσεις στις τιμές των τροφίμων και τον αντίκτυπο στους καταναλωτές που ξοδεύουν το μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματός τους σε βασικά αγαθά», τονίζετε. Μπαλτάς και προσθέτει ότι ταυτόχρονα στον επιχειρηματικό κόσμο, ο ονομαστικός τζίρος μιας εταιρείας ή μιας επωνυμίας μπορεί να διογκωθεί λόγω πληθωρισμού τιμών και να δημιουργήσει εσφαλμένη εντύπωση στη διοίκηση, ενώ ο πραγματικός όγκος πωλήσεων και το μερίδιο αγοράς θα μειωθούν σημαντικά. Ως εκ τούτου, προσφέρονται συνεχώς περισσότερα και καλύτερα δεδομένα, αλλά η ενσωμάτωσή τους στη λήψη αποφάσεων είναι συχνά ανεπαρκής ή μεροληπτική.

Leave a comment