ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Δύο όψεις της ελληνικής οικονομίας

Η μακροοικονομική σταθερότητα, η οικονομική ανάπτυξη ιδεών και οι μεταρρυθμίσεις των παραθύρων συγκρούονται με τα επενδυτικά ελλείμματα, την έντονη στεγαστική κρίση και τη διεύρυνση της ανισότητας

Μακροοικονομικά, η ελληνική οικονομία εμφανίζεται ευημερούσα. Έχει σταθεροποιηθεί δημοσιονομικά, δημιουργώντας σταθερά πρωτογενή πλεονάσματα τα χρόνια μετά την πανδημία, το 2024 θα φτάσουν το 2% του ΑΕΠ χωρίς μεγάλες δυσκολίες, όπως δείχνουν τα στοιχεία του πρώτου δύο μηνών, και η οικονομική ανάπτυξη ιδεών θα παραμείνει σε επίπεδα πολύ πάνω από την ευρωπαϊκή μέσο όρο κοντά στο 2,5%, γιατί ο τουρισμός, όπως υποστηρίζουν από κοινού οι φορείς του κλάδου, ούτως ή άλλως θα πέσει στα επίπεδα του 2023.

Σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις της ΕΛΣΤΑΤ, η ελληνική οικονομία θα επιτύχει ρυθμό ανάπτυξης 2% το 2023, έναντι 2,4% που αναμένει η κυβέρνηση και 2,2% η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Ελληνική οικονομία: συναλλαγές αξίας 50 δισ. ευρώ την τελευταία 5ετία

Ο πληθωρισμός βρίσκεται επίσης σε καθοδική πορεία, παρά τις ανησυχίες των καταναλωτών, και όλα τα στοιχεία που παρακολουθούν οι οικονομολόγοι της τράπεζας διασφαλίζουν ότι θα πέσει κάτω από το 3% μέσα σε ένα χρόνο. Και η ανεργία, παρόλο που τα τελευταία αναθεωρημένα στοιχεία δείχνουν ότι παραμένει στη ζώνη του 10% αντί για 9,3% όπως υποδεικνύεται από τα προσωρινά στοιχεία, και η πτώση της επιβραδύνεται, συνεχίζει να παρουσιάζει πτώση.

Είναι αλήθεια ότι οι ιδιωτικές επενδύσεις δεν ανταποκρίνονται στις προσδοκίες της κυβέρνησης. Η Ελλάδα απέχει από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο όσον αφορά την αύξηση των επενδύσεων κατά τουλάχιστον πέντε ποσοστιαίες μονάδες. Ενώ εδώ αυξάνονται κατά 15%, είναι στο 20% ετησίως στην υπόλοιπη Ευρώπη, αν και ο ρυθμός ανάπτυξης δεν είναι καλύτερος από ό,τι στην Ελλάδα.

Η εντύπωση που επικρατεί στους οικονομολόγους είναι ότι οι Έλληνες επιχειρηματίες παραμένουν αναποφάσιστοι και δεν αναλαμβάνουν επενδυτικές πρωτοβουλίες συνεπείς με τα πολύ υψηλά κέρδη που έχουν πετύχει τα τελευταία χρόνια. Και η εισροή ξένων επενδύσεων δεν είναι τόσο ισχυρή όσο προωθεί η κυβέρνηση, αλλά στοχεύει μάλλον σε συγκεκριμένους τομείς, κυρίως ακίνητα και τουρισμό.

Ειδικά οι περισσότεροι Έλληνες επιχειρηματίες πιστεύουν ότι αποφεύγουν τον υψηλό κίνδυνο όσο τα επιτόκια παραμένουν υψηλά και η βοήθεια με τη μορφή αναπτυξιακών κανονισμών δεν είναι αρκετά δελεαστική για να ξεπεράσουν τυχόν αναστολές που μπορεί να έχουν.

Επενδυτικό κενό

Οι τραπεζικές αρχές αισθάνονται επενδυτικό κενό και ελπίζουν ότι η αναμενόμενη έναρξη των μειώσεων των επιτοκίων στις αρχές Ιουνίου θα διαλύσει τις επιφυλάξεις των επιχειρηματιών και θα επιταχύνει το πολυαναμενόμενο κύμα ιδιωτικών επενδύσεων. Στο μεταξύ, οι τραπεζίτες κοιτούν τα συσσωρευμένα ταμειακά αποθέματα ορισμένων ελληνικών εταιρειών και κυριολεκτικά σκουπίζουν τα μάτια τους. Χαρακτηριστική {περίπτωση} μεγάλης κατασκευαστικής εταιρείας που πρόσφατα ρευστοποίησε τα περιουσιακά της στοιχεία και κατάφερε να διατηρήσει ταμειακά αποθέματα 700 εκατ. ευρώ! Και τώρα οδεύει προς τον τραπεζικό τομέα, αποκομμένος από το κατασκευαστικό του παρελθόν.

Επίσης, η ισχυρή εταιρική οργάνωση, η οποία χαρακτηρίζεται και από υψηλή ρευστότητα, παρουσιάζει διακυμάνσεις και εξαρτάται από το ύψος της βοήθειας που θα λάβει, κυρίως από την Ευρώπη. Αυτό είναι ένα άλλο προβληματισμός της ευρωπαϊκής πολιτικής. Μεγάλοι και ισχυροί κατασκευαστές επισημαίνουν ότι όλη η ευρωπαϊκή παραγωγή και βιομηχανία χάνει ευκαιρίες και μερίδια λόγω της κοντόφθαλμης στάσης των Βρυξελλών, οι οποίες επιμένουν σε περιορισμούς και ολοένα και πιο αυστηρούς επενδυτικούς κανόνες, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και η Κίνα παρέχουν τεράστιες επιδοτήσεις και άμεσα υποστηρίζουν τη βιομηχανία τους, ιδίως τα σύγχρονα τεχνολογικά αγαθά.

Ωστόσο, ούτε οι τραπεζίτες είναι αθώοι. Προτιμούν την ασφάλεια των υψηλών επιτοκίων που παρέχουν αδιάλειπτες και αξιόπιστες αποδόσεις και δεν φαίνονται διατεθειμένοι να θυσιάσουν τίποτα για να εξασφαλίσουν καλύτερα επενδυτικά αποτελέσματα στην οικονομία μας που θα δημιουργήσουν δυναμικά χαρτοφυλάκια και υγιέστερους πενταετείς ισολογισμούς για αυτούς.

Οι όροι δανεισμού που ισχύουν για τα στεγαστικά δάνεια είναι ενδεικτικοί. Η πιστωτική επέκταση στον στεγαστικό κύκλο είναι αρνητική. Αυτό σημαίνει ότι οι πληρωμές νέων δανείων είναι μικρότερες από τις παλαιότερες αποπληρωμές στεγαστικών δανείων. Και είναι κρίμα που αυτό συμβαίνει σε μια εποχή που οι τιμές των ακινήτων έχουν στερέψει και οι αποταμιεύσεις νέων νοικοκυριών δεν μπορούν να συγκεντρώσουν το μέρος που απαιτείται για την αγοράστρια αξιοπρεπών διαμερισμάτων. Τα επιτόκια στεγαστικών δανείων παραμένουν πολύ υψηλά, με τις μηνιαίες πληρωμές τόκων να υπερβαίνουν κατά πολύ το καταβαλλόμενο ενοίκιο, με {αποτέλεσμα} τα νεότερα ζευγάρια που δεν απολαμβάνουν υψηλότερες αποδοχές να αποθαρρύνονται και να αποφεύγουν να επωφεληθούν από την αγοράστρια κατοικίας καθώς είναι αντιοικονομική.

Όπως επεσήμανε πρόσφατα ένας διευθυντής τράπεζας, τα περισσότερα στεγαστικά δάνεια είναι είτε για ανακαινίσεις για τουριστικούς σκοπούς είτε για επέκταση και ανακατασκευή υφιστάμενων κατοικιών για την κάλυψη των αυξανόμενων στεγαστικών αναγκών των νοικοκυριών. Ο ίδιος διευθυντής σημείωσε ότι ο θεσμός των βραχυχρόνιων μισθώσεων, σε συνδυασμό με την αύξηση της τουριστικής κίνησης, είχε καθοριστικό αντίκτυπο στην αγοράστρια ακινήτων και ενοικίων. Ένα χαρακτηριστικό αυτής της πίεσης είναι ότι ορισμένα νησιά δεν προσφέρουν πλέον ενοικιαζόμενα ακίνητα. Και στην Αθήνα, που πλέον υποδέχεται τουρίστες όλο το χρόνο, η προσφοράς στέγης έχει μειωθεί δραματικά. Όπως σημειώνουν οι διευθυντές τραπεζών, η Αθήνα έχει πολλά παλιά ακίνητα και μεγάλο αριθμό κλειστών διαμερισμάτων.

Υπολογίζεται ότι είναι αρκετές δεκάδες χιλιάδες, με ό,τι συνοδεύει.

Προβληματισμός με την οροφή

Είτε έτσι είτε αλλιώς, το στεγαστικό προβληματισμός, σε συνδυασμό με το χαμηλό ποσοστό γεννήσεων που οδηγεί σε γήρανση και μείωση του πληθυσμού, φαίνεται να είναι ένα σοβαρό, πολυδιάστατο οικονομικό και κοινωνικό προβληματισμός. Οι τράπεζες υποστηρίζουν ότι δεν διαθέτουν πολλά εργαλεία για αποφασιστική παρέμβαση στο κομμάτι της προσφοράς και τονίζουν ότι η πρώτη ευθύνη της κυβέρνησης είναι να επιλέξει μια πιο δυναμική πολιτική, ξεπερνώντας κατά πολύ το περιορισμένο πρόγραμμα «Στο σπίτι». Επισημαίνουν ότι σε πρώτη φάση θα πρέπει να πολλαπλασιαστούν τα φορολογικά και άλλα κίνητρα για να διευκολυνθεί και να επιταχυνθεί το άνοιγμα και η ενοικίαση κλειστών διαμερισμάτων. Αυτό θα αμβλύνει τα προβλήματα της περιορισμένης προσφοράς. Στο δεύτερο σχέδιο προτείνουν την υιοθέτηση πιο δυναμικών και ταχύτερων προγραμμάτων για την ανέγερση δημοσίων κατοικιών, τόσο στους δήμους της Αθήνας όσο και στην ευρύτερη περιοχή της Αττικής. Και εκεί, σε μικτά συστήματα, σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, θα μπορούσαν μάλλον να βοηθήσουν οικονομικά. Κάτι τέτοιο θα ήταν πράγματι μια μεγάλη μεταρρύθμιση που θα άγγιζε τις καρδιές πολλών ανθρώπων, ιδιαίτερα των πιο αδύναμων και νεότερων, οι οποίοι, παρά τη μακροοικονομική πρόοδο, αντιμετωπίζουν μεγάλη αβεβαιότητα.

Ομοίως, υπάρχουν ενδείξεις παθητικότητας όσον αφορά τις μεταρρυθμίσεις απέναντι στις κύριες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η αγοράστρια εργασίας. Οι νέες τεχνολογίες αλλάζουν ριζικά οι συνθήκες και καθώς η τεχνητή νοημοσύνη εξελίσσεται και πολλαπλασιάζεται, οι ανισότητες στην τρέχουσα αγοράστρια εργασίας θα βαθαίνουν επίσης. Η διαφορά στις αποδοχές μεταξύ των υπαλλήλων του ίδιου γραφείου θα αυξηθεί ανάλογα με τις αποκτηθείσες δεξιότητες και η υποτίμηση απλούστερων επαγγελμάτων θα γίνει πιο σημαντική, ασκώντας ακόμη μεγαλύτερη πίεση στον κοινωνικό οργανισμό.
Δείξτε μεταρρυθμίσεις

Η πιο συνηθισμένη κριτική στην κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι ότι ικανοποιείται με εύκολες μεταρρυθμίσεις «βιτρίνας» που χτίζουν την εικόνα της και αποφεύγει δύσκολες και απαιτητικές μεταρρυθμίσεις που ουσιαστικά αλλάζουν οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες. Τόσο η πράξη για τα ομόφυλα ζευγάρια όσο και η πράξη για τα πανεπιστήμια βρίσκονται περισσότερο στη ζώνη των συμβολισμών και των εντυπώσεων. Ειδικά όσον αφορά τα πανεπιστήμια, πολλοί πιστεύουν ότι στις σημερινές συνθήκες μεγάλης τεχνολογικής ανάπτυξης, ο επαναπροσανατολισμός της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης σε θέματα που σχετίζονται με τον προγραμματισμό, την τεχνητή νοημοσύνη, τη ρομποτική, τα μαθηματικά, την κρυπτογραφία, τη χημεία, τη βιοτεχνολογία και άλλα που σχετίζονται με τις κατασκευές και την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και όχι τίποτε άλλο…

ΠΗΓΗ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΒΗΜΑ