ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Τιτάνας: Τι να περιμένουμε από τις αμερικανικές αγορές και τον παράγοντα των εκλογών των ΗΠΑ

Τι δείχνει η τεχνική ανάλυση κειμένου;

Ο Τιτάν έδειξε νέο δρόμο για τις ελληνικές εισηγμένες εταιρείες ανακοινώνοντας κινήσεις εισαγωγής της αμερικανικής θυγατρικής του Titan America στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, πυροδοτώντας σενάρια σχετικά με τους στόχους και την αποτίμηση του ομίλου.

Σε κάθε {περίπτωση}, πολλοί εγχώριοι αναλυτές είδαν τη διατλαντική κίνηση της Titan ως συνέχεια της ισχυρής παρουσίας της εταιρείας στην αγοράστρια των ΗΠΑ, καθώς τα στοιχεία του πρώτου τριμήνου του τρέχοντος έτους έδειξαν ότι η αμερικανική αγοράστρια αντιπροσώπευε το 60% των πωλήσεων και το 56,6% των λειτουργικών κερδών (EBITDA). Οι πωλήσεις της ανήλθαν σε 370,6 εκατ. ευρώ (επί συνολικού ποσού 623,7 εκατ. ευρώ), και τα λειτουργικά κέρδη σε 62,2 εκατ. ευρώ (επί συνολικού ποσού 109,8 εκατ. ευρώ).

Η Tytan αλλάζει πορεία – γιατί αποφασίζει να εισαχθεί στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης

Την ίδια ώρα, η συζήτηση για τη διπλή διαπραγμάτευση των λίγων (μέχρι στιγμής) ελληνικών τίτλων σε συνάλλαγμα έχει επανέλθει και η εικόνα των διπλών εισαγωγών εξακολουθεί να είναι διφορούμενη. Ωστόσο, η συζήτηση για ενδεχόμενη διπλή πρόλογος αρκετών ελληνικών εταιρειών που βρίσκονται στην άλλη άκρη του Ατλαντικού έχει επιστρέψει και αυτή για να δώσει λίγη από τη «λάμψη» της και στην οδό Αθηνών.

Σε κάθε {περίπτωση}, πάντως, αναμένεται ότι η κίνηση του Τιτάν θα εκθέσει τον ελληνικό όμιλο σε «δεξαμενή» κεφαλαίων ασύγκριτα μεγαλύτερα από το ευρωπαϊκό και η ρευστότητα που μπορεί να προσφέρει θα είναι επαρκής για να διευρύνει την επενδυτική βάση.

Τι σημαίνει είσοδος στην αγοράστρια των ΗΠΑ;

Σύμφωνα με έρευνας του Phil Mackintosh, επικεφαλής οικονομολόγου της Nasdaq, η {αξιολόγηση} της ρευστότητας μιας αμερικανικής εισηγμένης εταιρείας, ως μέτρο του λόγου των μετοχών προς τον κύκλο εργασιών σε ετήσια βάση, δείχνει ότι η αμερικανική αγοράστρια δεν είναι τόσο ισχυρή όσο πιστεύουν ορισμένοι – αν και εξακολουθεί να κατατάσσεται πολύ ψηλά.

Η ρευστότητα είναι σημαντική για τη {διατήρηση} του κόστους συναλλαγών σε χαμηλά επίπεδα, γεγονός που βοηθά στη μείωση του κόστους κεφαλαίου για τις εταιρείες. Σύμφωνα με τα στοιχεία, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν το χαμηλότερο κοστούς συναλλαγής και, σύμφωνα με εκτιμήσεις, ενδέχεται να έχουν και το χαμηλότερο κοστούς κεφαλαίου.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες διαθέτουν επίσης μια μεγάλη πηγή επενδυτικού κεφαλαίου, με μια ώριμη βιομηχανία αμοιβαίων κεφαλαίων, συνταξιοδοτικών προγραμμάτων και ιδιωτών επενδυτών που παρέχουν μεγαλύτερη πηγή επενδυτών από πολλές άλλες χώρες. Όλα αυτά καθιστούν τις ΗΠΑ ελκυστική αγοράστρια για τις εταιρείες για την άντληση φθηνών κεφαλαίων.

Ενώ η μελέτη Mackintosh περιέχει εκτενείς αναφορές στους ADR που έχουν επιλεγεί από πολλές εταιρείες, το μέρος σχετικά με τη ρευστότητα που παρέχεται από διασταυρούμενες λίστες στις ΗΠΑ είναι ενδιαφέρον.

Όπως μπορείτε να δείτε στον παραπάνω πίνακα, οι διασταυρούμενες τιμές των μετοχών του Καναδά και του Χονγκ Κονγκ τείνουν να αυξάνουν τη ρευστότητα των υποκείμενων μετοχών κατά πολλαπλάσια. Η μεγάλη γκάμα πλαισίων γύρω από τις κουκκίδες για την Αυστραλία δείχνει ότι ορισμένες αυστραλιανές εταιρείες επωφελούνται πολύ από τη διασταυρούμενη λίστα των ΗΠΑ (σε σύγκριση με την απόδοσή τους στην τοπική αγοράστρια), ενώ άλλες επωφελούνται πολύ λιγότερο.

Για μια τυπική εταιρεία, η διασταυρούμενη εγγραφή αυξάνει τον κύκλο εργασιών κατά περίπου 50% – σε σύγκριση με την κύρια πρόλογος στη χώρα της – αν και το φάσμα των επιπτώσεων είναι ευρύ.
Ταυτόχρονα, ένα άλλο βασικό εύρημα από την ανάλυση κειμένου του Mackintosh είναι ότι οι διπλές καταχωρίσεις επιτρέπουν την πρόσβαση σε πρόσθετους επενδυτές στις ΗΠΑ, κάτι που μερικές φορές μπορεί να προσφέρει σημαντική νέα ρευστότητα.

Αυτό είναι δυνητικά χρήσιμο για εταιρείες που επιθυμούν να επεκτείνουν τη βάση των επενδυτών τους ή να αποκτήσουν πρόσβαση σε φθηνότερες και βαθύτερες πηγές κεφαλαίων στις αγορές των ΗΠΑ.

Ο ρόλος των εκλογών

Είναι δύσκολο να αποκλειστεί ο ρόλος της πολιτικής σε οποιαδήποτε επενδυτική κίνηση, ειδικά όταν γίνονται εκλογές στη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, δηλαδή στις ΗΠΑ, που δημιουργούν σοβαρές πιθανότητες να αλλάξει το «χρώμα» στον Λευκό Οίκο.

Όπως επιβεβαιώνει η JP Morgan στην τελευταία της ανάλυση κειμένου, οι εκλογές είναι μια περίοδος μεγάλης αβεβαιότητας κατά την οποία οι επενδυτές συχνά θέλουν να προετοιμάσουν τα χαρτοφυλάκιά τους για αυξημένη αστάθεια. Ενώ η ανακατανομή μπορεί να είναι μια επικίνδυνη στρατηγική επειδή το κοστούς ευκαιρίας είναι υψηλό και οι αγορές τείνουν να ανακάμπτουν πολύ γρήγορα μετά τις εκλογές, πολλοί επενδυτές αναζητούν τρόπους διαφοροποίησης των υφιστάμενων ανοιγμάτων τους είτε για να υπερασπιστούν καλύτερα την αστάθεια είτε να αυξήσουν την κερδοφορία εάν αντιμετωπίζουν προκλήσεις μελλοντικές θετικές πολιτικές αντιξοότητες.

Στην πραγματικότητα, η ανάλυση κειμένου της JP Morgan παρέχει κάποια κατεύθυνση, αλλά όχι μια σύσταση, για μια τομεακή επενδυτική στρατηγική με βάση το ποιος θα κάτσει στον Λευκό Οίκο μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου. Το παρακάτω διάγραμμα δείχνει τη διασπορά του κλάδου του S&P 500 και τη μέση απόδοση από το 1990 σε σύγκριση με τους Δημοκρατικούς προέδρους (19 χρόνια) και τους Ρεπουμπλικάνους προέδρους (15 χρόνια). Δείχνει ότι τα μέσα κέρδη ήταν υψηλότερα και στους 11 τομείς υπό τις Δημοκρατικές διοικήσεις παρά των Ρεπουμπλικανών.

Ωστόσο, αυτή η διαίρεση διαστρεβλώνεται από το 2008, που ήταν η χειρότερη χρονιά από το 1990 για 8 από τους 11 τομείς. Οι μόνοι τρεις τομείς που δεν είχαν τα χειρότερα χρόνια το 2008 ήταν οι υπηρεσίες καταναλωτών και επικοινωνιών, που είχαν τα χειρότερα χρόνια το 2022 υπό τους Δημοκρατικούς, και οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, που είχαν τη χειρότερη χρονιά τους το 2001 υπό τους Ρεπουμπλικάνους. Με εξαίρεση το 2008, οι Ρεπουμπλικάνοι οδηγούν τα χειρότερα χρόνια μόνο σε 5 από τους 11 τομείς, η καλύτερη χρονιά για τους καταναλωτές είναι το 1991 και διαπρέπουν επίσης σε μέσο περιγραφή.

Φυσικά, η JP Morgan επισημαίνει ότι ακόμη και αν υπήρχαν ευδιάκριτα μοτίβα για να ενεργήσουν οι επενδυτές, υπάρχει διαφορά μεταξύ του ποιος πιστεύουν οι επενδυτές ότι θα κερδίσει τις μελλοντικές εκλογές και ποιος πραγματικά κερδίζει. Ακόμα κι αν ήταν δυνατό να προβλεφθεί με ακρίβεια ο επόμενος πρόεδρος, η σύνθεση του Κογκρέσου είναι κρίσιμη για να μπορέσει ο πρόεδρος να προωθήσει την ατζέντα του. Ακόμη και με ένα μονοκομματικό {πλεονέκτημα}, η αυξανόμενη πολιτική πόλωση δεν εγγυάται την αρμονία και την κατανόησης εντός του κόμματος. Τέλος, το οικονομικό κλίμα μπορεί εύκολα να εκτροχιάσει την ατζέντα ενός κόμματος ή τα μη οικονομικά ζητήματα μπορεί να γίνουν πιο πιεστικά.

Ποιοι κλάδοι θα επηρεαστούν;

Ωστόσο, εκτός από την προσεκτική ανάλυση κειμένου των εκλογικών δεδομένων από την JP Morgan, μια διαφορετική {αξιολόγηση} από την Signature Estate & Investment Advisors από τις ΗΠΑ δείχνει πιο ξεκάθαρα ποιοι τομείς της αμερικανικής οικονομίας μπορούν να ωφεληθούν ανάλογα με τα εκπαιδευτικά προγράμματα και των δύο σημερινών υποψηφίων για την προεδρία, του Joe Biden και του Donald Ατού.

Ως εκ τούτου, κατά τη δεύτερη θητεία του Προέδρου Μπάιντεν, οι βιομηχανίες που ενδέχεται να επωφεληθούν από τους προτεινόμενους κανονισμούς περιλαμβάνουν:

  • Κατασκευές: Η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει δώσει μεγάλη έμφαση στην αναζωογόνηση του μεταποιητικού τομέα των ΗΠΑ, ιδιαίτερα σε τομείς όπως η καθαρή ενέργεια, τα ηλεκτρικά οχήματα και οι ημιαγωγοί υψηλής τεχνολογίας.
  • Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και καθαρή τεχνολογία: Οι πολιτικές του Μπάιντεν στοχεύουν στη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και στην προώθηση της πράσινης ενέργειας.
  • Υγειονομικά και φαρμακευτικά προϊόντα: Αν και οι πρόσφατοι συγκεκριμένοι κανονισμοί δεν έχουν διευκρινιστεί, οι προηγούμενες πρωτοβουλίες του Μπάιντεν για αύξηση της πρόσβασης και της οικονομικής προσιτότητας της υγειονομικής περίθαλψης, όπως η ενίσχυση του νόμου για την προσιτή περίθαλψη, θα μπορούσαν να έχουν αντίκτυπο σε αυτόν τον τομέα.

Οι βιομηχανίες που θα ωφεληθούν κατά τη δεύτερη θητεία του Προέδρου Τραμπ μπορεί να συναχθούν από τις πολιτικές της προηγούμενης θητείας του, καθώς οι πρόσφατες συγκεκριμένες προτάσεις δεν έχουν αναφερθεί λεπτομερώς στην εκστρατεία του μέχρι στιγμής.

Ειδικά:

  • Ορυκτά καύσιμα και παραδοσιακή ενέργεια: Η κυβέρνηση Τραμπ ήταν γνωστή για τις ενέργειες απορρύθμισης που ευνόησαν τους παραδοσιακούς τομείς ενέργειας, συμπεριλαμβανομένου του πετρελαίου, του φυσικού αερίου και του άνθρακα.
  • Χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες: Κατά την προηγούμενη θητεία του Τραμπ, έγιναν προσπάθειες για την κατάργηση τμημάτων του νόμου Dodd-Frank Wall Street Reform and Consumer Protection Act.
  • Ακίνητα και κατασκευές: Οι πολιτικές του Τραμπ στο παρελθόν είχαν στόχο να χαλαρώσουν τους κανονισμούς για να ενθαρρύνουν την κατασκευή και την ανάπτυξη ιδεών ακινήτων, συμπεριλαμβανομένων των προσπαθειών για τον εξορθολογισμό των διαδικασιών περιβαλλοντικής αναθεώρησης.

Βέβαια, υπάρχει πολύς δρόμος ακόμα μέχρι τις εκλογές του Νοεμβρίου και πιθανότατα κάθε υποψήφιος θα έχει μέχρι τότε πιο αναλυτικές προτάσεις. Οι εκλογές για τη Βουλή και τη Γερουσία είναι εξίσου σημαντικές, δεδομένης της σημερινής μικρής πλειοψηφίας των Ρεπουμπλικανών στη Βουλή και του γεγονότος ότι το Κογκρέσο, όχι ο πρόεδρος, νομοθετεί, σημειώνει η Signature Estate & Investment Advisors.

Απαιτήσεις του NYSE

Για να εισαχθεί μια εταιρεία στο χρηματιστήριο και να εισαχθεί στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, πρέπει να είναι δημόσια και να πληροί αυστηρά οικονομικά και διαρθρωτικά κριτήρια.

Για να εισαχθεί μια εταιρεία στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, πρέπει να έχει τουλάχιστον 400 μετόχους και 1,1 εκατομμύρια μετοχές σε κυκλοφορία. Η τιμή της μετοχής της πρέπει να είναι τουλάχιστον 4,00 δολάρια και η αγοραία αξίας των μετοχών της πρέπει να είναι τουλάχιστον 40 εκατομμύρια δολάρια – ή 100 εκατομμύρια δολάρια για μεταφορές και ορισμένες άλλες καταχωρίσεις.

Επιπλέον, η εταιρεία πρέπει να είναι κερδοφόρα, κερδίζοντας τουλάχιστον 10 εκατομμύρια δολάρια τα τελευταία τρία χρόνια. Εναλλακτικά, η εταιρεία μπορεί να έχει κεφαλαιοποίηση τουλάχιστον 200 εκατομμυρίων δολαρίων.

Οι εταιρείες που θέλουν να εισαχθούν στο NYSE υποβάλλουν τα οικονομικά τους αρχεία, τους εταιρικούς κανονισμούς και πληροφορίες σχετικά με τα στελέχη τους για έλεγχο. Εάν η εταιρεία εγκριθεί, θα εισαχθεί στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης εντός τεσσάρων έως έξι εβδομάδων.

Οφέλη

Σύμφωνα με έρευνας των Ben Hunt και Christopher Stoakes της Brightwater Research & Editing Limited για το Reuters, το Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης θεωρείται το «φυσικό σπίτι» για τις παγκόσμιες εταιρείες που αναζητούν τη μεγαλύτερη πηγή ζήτησης για τις μετοχές τους. Ωστόσο, πολλές εταιρείες που έχουν επιλέξει μια επίλυση διπλής εισαγωγής στο χρηματιστήριο έχουν διαπιστώσει ότι η επιτυχημένη πρόλογος δεν είναι δεδομένο.

Ωστόσο, σύμφωνα με έρευνας, τα οφέλη είναι σημαντικά και οι τυπικοί λόγοι για την εγγραφή στο NYSE περιλαμβάνουν:

  • Αυξημένη ρευστότητα, δηλαδή πρόσβαση σε θεσμικό μέρος που υπόκειται σε περιορισμούς στις ξένες επενδύσεις.
  • Παρουσία στις τοπικές αγορές.
  • Διευκολύνει τους ντόπιους εργαζόμενους να κατέχουν μετοχές.

Δυσκολίες

Σύμφωνα με έρευνας των Hunt and Stoakes, η πρόλογος στο NYSE μπορεί να προσφέρει σημαντικά οφέλη επιτρέποντας στις εταιρείες πρόσβαση σε μια παγκόσμια κοινότητα επενδυτών, αλλά το κύριο προβληματισμός για τις μεγάλες ευρωπαϊκές εταιρείες που είναι εισηγμένες στο NYSE είναι ότι οι όγκοι συναλλαγών των μετοχών τους τείνουν να μειώνονται σε επίπεδα χαμηλότερο από το αναμενόμενο μετά την προσφοράς.

Ενώ πολλοί αναμένουν να διατηρήσουν πολύτιμους επενδυτές στις ΗΠΑ, εμφανίζεται ένα μοτίβο όπου η ίδια η αρχική προσφοράς μειώνεται, αλλά οι συναλλαγές στη δευτερογενή αγοράστρια τείνουν να στερεύουν μετά από λίγο. Ως {αποτέλεσμα}, η επενδυτική βάση των αμερικανικών εταιρειών συρρικνώνεται ραγδαία.

Ωστόσο, το φαινόμενο των χαμηλών επιπέδων εμπορίου μπορεί από μόνο του να μην αποτελεί προβληματισμός γιατί δεν μπορεί να είναι το μόνο μέτρο επιτυχίας. Για πολλές ευρωπαϊκές εταιρείες, η πρόλογος σε χρηματιστήριο των ΗΠΑ δεν είναι τρόπος να αυξηθεί η ρευστότητα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ωστόσο, οι αναλυτές λένε ότι αυτό αντανακλά την απόφασης της εταιρείας να υιοθετήσει τα λογιστικά πρότυπα των ΗΠΑ και να επιτρέψει την ευκολότερη συγκρισιμότητα με άλλες εταιρείες του ίδιου τομέα.

Εταιρείες σε ορισμένους κλάδους, όπως το πετρέλαιο, εισάγουν αξίας στο χρηματιστήριο του NYSE επειδή τους παρέχει έκθεση σε κορυφαίους αναλυτές. Το πετρέλαιο είναι ένας κλάδος που εκφράζεται σε δολάρια, επομένως η είσοδος στο χρηματιστήριο στις ΗΠΑ επιτρέπει παγκόσμιες συγκρίσεις, που συχνά οδηγούν σε αύξηση του προφίλ μιας εταιρείας στις ΗΠΑ.

Στο μεταξύ, εταιρείες που μπορούν να ανταγωνιστούν ισχυρά εμπορικά σήματα των ΗΠΑ θα συνεχίσουν να αναζητούν την αγοράστρια των ΗΠΑ για να προσελκύσουν επενδυτές υψηλής ποιότητας από όλο τον κόσμο.