Τι προκύπτει από την ειδική ανάλυση κειμένου της Alpha Bank για την αναπτυξιακή πορεία της ελληνικής οικονομίας – Καταλύτες
Το πρώτο τρίμηνο του 2024, η οικονομική δραστηριότητα στην Ελλάδα συνέχισε να αυξάνεται, ταχύτερα από ό,τι στην υπόλοιπη Ευρώπη, καθώς το πραγματικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 2,1% σε ετήσια βάση σε σύγκριση με μέσο όρο 0,5% στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ-27 ), προκύπτει από την ανάλυση κειμένου της Alpha Bank. Πράγματι, σε ορισμένες ευρωπαϊκές οικονομίες όπως η Γερμανία (-0,2%), η Ιρλανδία (-5,9%), η Αυστρία (-1,3%), η Φινλανδία (-1,1%) και η Ολλανδία (-0,5%), υπήρχαν σαφείς ενδείξεις της ύφεσης.
Η αύξηση του ΑΕΠ στην Ελλάδα σε ετήσια βάση οφείλεται στην ενίσχυση της ιδιωτικής κατανάλωσης και των επενδύσεων, με υψηλή θετική συμβολή από τα αποθέματα. Αντίθετα, τόσο ο εξωτερικός τομέας όσο και η δημόσια κατανάλωση αντιστάθμισαν εν μέρει την αύξηση του ΑΕΠ, καθώς οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών μειώθηκαν, οι εισαγωγές αυξήθηκαν και οι δημοσιονομικές παρεμβάσεις για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης σταδιακά αποσύρθηκαν.
Το σημαντικό μερίδιο της ιδιωτικής κατανάλωσης αντικατοπτρίζεται στην προοδευτικότητα ορισμένων δεικτών καταναλωτικής ζήτησης από το έτος μέχρι σήμερα, όπως οι πωλήσεις μεταχειρισμένων αυτοκινήτων και τα καταναλωτικά δάνεια. Παράγοντες που αναμένεται να οδηγήσουν σε ισχυρή συμβολή από την κατανάλωση το 2024 περιλαμβάνουν την αύξηση της απασχόλησης, τον αποπληθωριστικό πληθωρισμό, την πρόσφατη μείωση των βασικών επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και τις τουριστικές επιδόσεις, σε θετική νότα.
Παράλληλα, η αναμενόμενη δαπάνη για δημόσιες επενδύσεις στο πλαίσιο απορρόφησης κονδυλίων από το Ταμείο Ανασυγκρότησης και το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (συνολικά 12,2 δισ. ευρώ[ii]), σε συνδυασμό με ιδιωτικές επενδύσεις που θα πυροδοτήσουν
εκτιμάται ότι θα ενισχύσουν την οικονομική δραστηριότητα εντός του έτους. Με βάση τις τελευταίες προβλέψεις[i]Το ΑΕΠ της Ελλάδας αναμένεται να αυξηθεί κατά 2% έως 2,5% φέτος και 1,9% έως 2,6% το 2025.
Δείκτες καταναλωτικής ζήτησης
Η ανθεκτικότητα της ιδιωτικής κατανάλωσης αντανακλάται στη συνολική θετική προοδευτικότητα των δεικτών καταναλωτικής ζήτησης από την αρχή του έτους. Ειδικότερα, το νέο ΙΧ επιβατικών αυτοκινήτων κατέγραψε σημαντική άνοδο 11,6% σε ετήσια βάση το πρώτο τρίμηνο του έτους, με ανάπτυξη ιδεών τον Απρίλιο κοντά στο 30% (Διάγραμμα 2α). Επιπλέον, ο δείκτης όγκου λιανικού εμπορίου εξαιρουμένων των καυσίμων και λιπαντικών, αν και μειώθηκε τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο, αυξήθηκε κατά 6% σε ετήσια βάση τον Μάρτιο. Αξίζει να σημειωθεί ότι πέρυσι ο δείκτης αυτός μειώθηκε κατά 2,1%, μετά από σωρευτική αύξηση 12,6% τη διετία 2021-2022.
Η ιδιωτική κατανάλωση, η οποία αντιπροσωπεύει το 70% του ελληνικού ΑΕΠ, είναι η συνιστώσα που έχει συμβάλει περισσότερο στην αύξηση του εγχώριου προϊόντος από το 2017 (εκτός από το 2018). Αυτή η δυναμική αντικατοπτρίζεται επίσης στην αυξητική τάση που παρατηρείται τα τελευταία επτά χρόνια στο μερίδιο των διαρκών αγαθών στη συνολική καταναλωτική δαπάνη των νοικοκυριών (Διάγραμμα 2β).
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η ζήτηση των καταναλωτών για διαρκή αγαθά, όπως οι πωλήσεις επιβατικών αυτοκινήτων, είναι πιο ευαίσθητη σε κραδασμούς του οικονομικού κύκλου παρά για μη ανθεκτικά αγαθά και υπηρεσίες. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι, καθώς η χρησιμότητα που προκύπτει από την κατανάλωση κατανέμεται με την πάροδο του χρόνου, τα νοικοκυριά σε περιόδους μειούμενου εισοδήματος αναστέλλουν πιθανώς την αγοράστρια διαρκών αγαθών, χωρίς να μειώνουν σημαντικά τη χρησιμότητα που αποκτούν βραχυπρόθεσμα (βλ. Δελτίο Οικονομικής Ανάπτυξης της 8ης Νοεμβρίου, 2023). ).
Πωλήσεις οχημάτων
Κατά συνέπεια, η μεγάλη αύξηση των πωλήσεων επιβατικών αυτοκινήτων την τελευταία τριετία (2021: 22,2%, 2022: 6,7%, 2023: 16,5%), αλλά και το πρώτο τρίμηνο του 2024, μάλλον αντανακλά σε κάποιο βαθμό τη μεγαλύτερη – σε σύγκριση στην αισιοδοξία των σημερινών νοικοκυριών σχετικά με το μελλοντικό εισόδημα, η οποία έχει θετικό αντίκτυπο στις καταναλωτικές δαπάνες.
Επιπλέον, η επιστροφή και {διατήρηση} θετικής χρηματοδότησης για σκοπούς κατανάλωσης τον Μάρτιο του 2022 αυξάνει όχι μόνο τη ζήτηση για διαρκή αγαθά -τα οποία συνήθως χαρακτηρίζονται από υψηλότερο κοστούς κτήσης- αλλά και την ιδιωτική κατανάλωση γενικότερα. Να σημειωθεί ότι σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, τον Απρίλιο η ετήσια δυναμική των καταναλωτικών δανείων διαμορφώθηκε στο 5,4%, καταγράφοντας επιτάχυνση στη δυναμική από τα τέλη του περασμένου καλοκαιριού.
Τέλος, η πρόσφατη αναμενόμενη μείωση των επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναμένεται να δράσει για την ενίσχυση της καταναλωτικής ζήτησης, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα συμβεί απροσδόκητο γεγονός (π.χ. κλιμάκωση των εντάσεων στη Μέση Ανατολή με {αποτέλεσμα} εκ νέου αύξηση της ζήτησης και πληθωριστικές πιέσεις) , η οποία θα απέχει από περαιτέρω μειώσεις των επιτοκίων στο άμεσο μέλλον.
Ανάλυση κειμένου ζήτησης και επενδυτικών συνιστωσών: 1ο τρίμηνο 2024
Η ιδιωτική κατανάλωση αυξήθηκε κατά 2,2% ετησίως, γεγονός που είχε θετική επίδραση στην αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,6 μονάδες. τοις εκατό (σελ.) (διάγραμμα 1). Αντίθετα, στις 8 μ.μ. η δημόσια κατανάλωση είχε αρνητικό αντίκτυπο. (-4% ετησίως) ως {αποτέλεσμα} της σταδιακής κατάργησης των δημοσιονομικών παρεμβάσεων για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης.
Οι επενδύσεις, δηλαδή οι ακαθάριστες δαπάνες σε πάγια στοιχεία, αυξήθηκαν κατά 2,9% σε ετήσια βάση το πρώτο τρίμηνο του 2024, μεταφραζόμενες σε αύξηση του ΑΕΠ κατά 0,4 π.μ. Αξίζει να σημειωθεί ότι η αύξηση που καταγράφηκε στις επενδύσεις σε σχέσης με το τελευταίο τρίμηνο του 2023 ήταν 7,1%. Αν και ως ποσοστό του ΑΕΠ παρέμειναν σημαντικά χαμηλότερα σε σύγκριση με την περίοδο πριν την οικονομική κρίση στη χώρα (2007: 26%), πλησίασαν το πρώτο τρίμηνο του έτους, καθώς και τη διετία 2022-2023, 14 %, επιστρέφοντας στα επίπεδα του 2011 .
Κατανεμημένα ανά κατηγορία, τη μεγαλύτερη ετήσια αύξηση 10,6% κατέγραψαν οι επενδύσεις σε άλλες κατασκευές εκτός κατοικιών, που μεταφράστηκε σε αύξηση του ακαθάριστου σχηματισμού παγίου κεφαλαίου κατά 2,5 μονάδες βάσης. Ακολούθησαν οι επενδύσεις σε εξοπλισμό μεταφορών με ετήσια άνοδο 7,8% και μερίδιο 13:00, οι επενδύσεις σε μηχανολογικό και τεχνολογικό εξοπλισμό, που αυξήθηκαν κατά 4%, φτάνοντας τις 13:40. και λοιπές επενδύσεις, οι οποίες αυξήθηκαν κατά 1,7% και είχαν οριακά θετική συμβολή στην αύξηση του συνόλου των επενδύσεων (15:00).
Εν τω μεταξύ, οι επενδύσεις σε κατοικίες μειώθηκαν για δεύτερο συνεχόμενο τρίμηνο, σημειώνοντας πτώση 14% το πρώτο τρίμηνο του 2024 σε ετήσια βάση, αντισταθμίζοντας μια αύξηση 1,9 ποσοστιαίας μονάδας στις συνολικές επενδύσεις (Διάγραμμα 3). Ωστόσο, η μείωση αυτή μπορεί να αποδοθεί στις επιδράσεις της βάσης, καθώς το αντίστοιχο τρίμηνο του περασμένου έτους οι επενδύσεις σε διαμερίσματα αυξήθηκαν με έντονο ρυθμό (48,4%). Τα αποθέματα (λαμβανομένων υπόψη των στατιστικών διαφορών) αυξήθηκαν σημαντικά το πρώτο τρίμηνο του έτους, συμβάλλοντας τη μεγαλύτερη θετική συμβολή στην αύξηση του ΑΕΠ (4,6 π.μ.).
Τέλος, σημαντική αρνητική συνεισφορά είχαν οι καθαρές εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών, αποδυναμώνοντας τη δυναμική του ΑΕΠ το πρώτο τρίμηνο κατά 3,6 ποσοστιαίες μονάδες. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη μείωση των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών κατά 8,8%, η οποία – παρά την αύξηση των εξαγωγών υπηρεσιών κατά 1,5% – είχε ως {αποτέλεσμα} οι συνολικές εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών να μειωθούν κατά 5,7% σε ετήσια βάση. Ωστόσο, οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών σημείωσαν ετήσια άνοδο 3,1%, καθώς αυξήθηκαν τόσο οι εισαγωγές αγαθών (2,5%) όσο και οι εισαγωγές υπηρεσιών (4,8%).