Τα τελευταία χρόνια, άτομα ηλικίας 25-45 ετών παλεύουν με τις αυξανόμενες δυσκολίες στέγασης
Οι δημογραφικές αλλαγές σε όλες τις χώρες είναι μία από τις παραμέτρους που επηρεάζουν, μεταξύ άλλων: για τις συνθήκες στέγασης των νεότερων γενεών. Σημαντικές αλλαγές από το 2010 έχουν συμβάλει στην τρέχουσα στεγαστική κρίση, επηρεάζοντας όχι μόνο τη παραγωγή οικογένειας αλλά και τον αριθμό των παιδιών που θα αποκτήσουν αυτές οι γενιές.
Δημογραφία: Έχει φτάσει η Γηραιά Ήπειρος σε δημογραφικό κρίσιμο σημαντικό σημείο;
Στην Ελλάδα, ειδικά τα τελευταία χρόνια, άτομα ηλικίας 25-45 ετών αντιμετωπίζουν αυξανόμενες στεγαστικές δυσκολίες και αυτό το θέμα εμφανίζεται συχνά στις ειδήσεις.
Ανατρέχοντας στα διαθέσιμα στοιχεία, σημειώνουμε ότι μετά από μια περίοδο σταθεροποίησης του αριθμού των γεννήσεων τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες κατά μέσο όρο γύρω στις 150.000. ετησίως, μετά το 1980 παρατηρούμε «παρακμή». Η παρακμή τους διακόπτεται προσωρινά την πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα και συνεχίζεται έκτοτε, αντίθετα ο αριθμός των θανάτων αυξάνεται.
Δεν μπορούμε να κατηγορήσουμε τις δημογραφικές αλλαγές για την τρέχουσα στεγαστική κρίση
Ο καθηγητής δημογραφίας Βύρων Κοντοζαμάνης, σε νέα μελέτη του Ινστιτούτου Δημογραφικών Ερευνών και Μελετών, υποστηρίζει ότι μπορεί να υποτεθεί ότι η πρόσφατη «οικιστική κρίση» ευθύνεται σε κάποιο βαθμό και για την προοδευτικότητα της δημογραφικής κατάστασης.
Αυτό θα μπορούσε να συμβεί «αν σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα είχαμε να κάνουμε με μια απότομη αύξηση του αριθμού των ατόμων ηλικίας 25-45 ετών, η οποία θα οδηγούσε επίσης σε μια «έκρηξη» της ζήτησης για διαμερίσματα», σημειώνει ο καθηγητής, αλλά αυτό δεν έχει συνέβη στη χώρα μας. Αντίθετα, «λόγω της μείωσης των γεννήσεων μετά το 1980 και της μαζικής μετανάστευσης των νέων στο εξωτερικό μετά το 2010, σημειώθηκε σημαντική πτώση στην ηλικιακή ομάδα 25-44, ως πληθυσμός αυτής της μεγάλης ηλικιακής ομάδας, σύμφωνα με εκτιμήσεις της ΕΛΣΤΑΤ. , μειώθηκε κατά 25 % (κατά 850 χιλιάδες) τα έτη 2009-2024.
Δεν είναι λοιπόν δυνατόν να ληφθούν υπόψη οι δημογραφικές αλλαγές που ευθύνονται για την τρέχουσα στεγαστική κρίση, αλλά θα πρέπει να κοιτάξουμε σε άλλες περιοχές εκτός από δημογραφικές για να βρούμε τα αίτια, σημειώνει ο Κοντοζαμάνης.
Διαδοχικές κρίσεις με σημαντικές συνέπειες
Συγκεκριμένα, «την περίοδο μετά το 2010, αντιμετωπίσαμε διαδοχικές κρίσεις που είχαν σημαντικό αντίκτυπο και στις νεότερες γενιές: αύξηση της ανεργίας, πτώση εισοδημάτων, αύξηση των ποσοστών επισφαλούς απασχόλησης, σχεδόν μηδενικές ευκαιρίες αποταμίευσης για μεγάλο μέρος τους (αλλά επίσης μια συρρίκνωση των αποταμιεύσεων των γονέων).
Ταυτόχρονα, όμως, έπρεπε να αντιμετωπίσουμε μείωση των στεγαστικών δανείων (ο αριθμός των στεγαστικών δανείων μετά το 2010 είναι πολλαπλάσιος του μέσου όρου της περιόδου 2000-09), μια απότομη αύξηση της ζήτησης για διαμερίσματα από αλλοδαπούς, καθώς και αύξηση της χρονομίσθωσης, σε μια περίοδο που οι επενδύσεις στη στέγαση έχουν συρρικνωθεί σημαντικά: από 8-11% του ΑΕΠ το 2000-10 σε λιγότερο από 4% μετά το 2012, ενώ το 2022, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του ΙΟΒΕ, ήταν περιορίζεται μόνο στο 1,6% του ΑΕΠ και «η χώρα μας θα πάρει φέτος την τελευταία θέση ανάμεσα στα 27 κράτη μέλη της ΕΕ».
Τα παραπάνω είχαν ως {αποτέλεσμα} «γερασμένο απόθεμα κατοικιών και περιορισμένη προσφοράς νέων κατοικιών, πολλά από τα οποία απευθύνονται σε Έλληνες ή αλλοδαπούς υψηλού εισοδήματος».
Το υψηλότερο ποσοστό νέων που ζουν με τους γονείς τους μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, αυτό οδήγησε σε μείωση του ποσοστού ιδιοκτησίας κατοικίας κατά 4,5 μονάδες σε ολόκληρη τη χώρα. (από 74,0 το 2014 σε 69,6 το 2023), και στα μεγάλα αστικά κέντρα – ακόμη υψηλότερα. «Ωστόσο, αυτά τα γεγονότα συνέβαλαν σε μεγάλο βαθμό στη ραγδαία αύξηση τόσο των τιμών αγοράς κατοικιών (νεόδμητων και μη) όσο και των ενοικίων.
Ωστόσο, η αυξανόμενη απόκλιση μεταξύ του κόστους ιδιοκτησίας/ενοικίασης και των εισοδημάτων αυτού του τμήματος της νεότερης γενιάς, που κυρίως δεν ζει σε ιδιόκτητες ή ενοικιαζόμενες κατοικίες, έχει συμβάλει στην τρέχουσα στεγαστική κρίση», σημειώνει η μελέτη.
Όσοι από τη νεότερη γενιά δεν μετανάστευσαν και παρέμειναν στη χώρα μας έχουν εν μέρει προσαρμοστεί στη νέα κατάσταση. Αυτή η προσαρμογής ενθάρρυνε τα άτομα που μπόρεσαν να ζήσουν με τους γονείς τους να το κάνουν, με {αποτέλεσμα} το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 18-34 ετών που ζουν στον τόπο διαμονής των γονιών τους να αυξηθεί δραματικά (+12 ποσοστιαίες μονάδες μεταξύ 2010 και 2022 βάσει της EUROSTAT δεδομένα).
Χάρη σε αυτό, έχουμε ένα από τα υψηλότερα ποσοστά νέων που ζουν με τους γονείς τους μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (σχεδόν 72% σε σύγκριση με 50% κατά μέσο όρο στην ΕΕ), και ταυτόχρονα ένα από τα υψηλότερα ποσοστά αποχώρησης (>30,5 ετών).
Ένα άλλο μέρος των νέων που δεν είχαν τέτοια ευκαιρία χρησιμοποιούσαν ενοικιαζόμενα καταλύματα, τα οποία όμως πλέον καταναλώνουν ένα δυσανάλογο και συνεχώς αυξανόμενο μέρος του εισοδήματός τους. Ωστόσο, και στις δύο περιπτώσεις, σε συνδυασμό με άλλες αρνητικές παραμέτρους, «επηρέασε όχι μόνο τη συγκρότηση οικογένειας και την αναπαραγωγική ηλικία, αλλά και τον αριθμό των παιδιών που θα αποκτήσουν αυτές οι γενιές», λέει ο καθηγητής δημογραφίας.
Η στέγαση παραμένει «μέγα προβληματισμός»
Θεωρώντας με θετικό πρόσημο τις ενέργειες που έγιναν τα τελευταία χρόνια για την επίλυση του στεγαστικού προβλήματος (το πρόγραμμα «Σπίτι μου», το πρόγραμμα «Διαμέρισμα και Απασχόληση», το πρόγραμμα «Κάλυψη», το πρόγραμμα «Remont-Rent», η «Κοινωνική Αποζημίωση ” πρόγραμμα) – συνοψίζει τη μελέτη στο καταλήγοντας ότι μόνο ένα μικρό μέρος των νεότερων γενιών θα ωφεληθεί από αυτά, και επομένως η στέγαση θα παραμείνει ένα “μέγα προβληματισμός” για τα περισσότερα νεότερα ζευγάρια.
Και αντιπροτείνει: «Ένα διευρυμένο πρόγραμμα κοινωνικής στέγασης, παρόμοιο με αυτά που υπάρχουν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες», εάν εφαρμοστεί, «θα δώσει επίσης μια ευκαιρία σε γενιές νέων που ζουν κυρίως σε μεγάλα αστικά κέντρα με χαμηλές (ή και χαμηλές) μεσαίου εισοδήματος) εισόδημα) για να καλύψουν τις στεγαστικές τους ανάγκες πληρώνοντας προσιτό ενοίκιο που δεν καταλαμβάνει ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό του περιορισμένου εισοδήματός τους, ενώ ταυτόχρονα μετριάζουν τις αρνητικές δημογραφικές επιπτώσεις της στεγαστικής κρίσης.
Πηγή:στα ελληνικα