Τι είπε ο κ. Παπαθανάσης στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων της ΕΕ;
Ο Υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Νίκος Παπαθανάσης εκπροσώπησε την Ελλάδα στο Συμβούλιο Υπουργών Γενικών Υποθέσεων που είναι αρμόδιο για την Πολιτική Συνοχής, που πραγματοποιήθηκε στο Λουξεμβούργο την Τρίτη 18 Ιουνίου 2024.
Θέμα της συνάντησης ήταν η σύνδεσης της Πολιτικής Συνοχής με την αναδυόμενη Στρατηγική Ατζέντα της ΕΕ. για την περίοδο 2024-2029 και τις νέες προτεραιότητες που έχουν τεθεί για μια πιο ασφαλή, ανταγωνιστική και δημοκρατική Ευρώπη.
Ο κ. Παπαθανάσης τόνισε τη συμβολή της Πολιτικής Συνοχής στις νέες στρατηγικές προτεραιότητες της ΕΕ όσον αφορά την ενίσχυση της στρατηγικής της αυτονομίας, την ανταγωνιστικότητά της στο νέο διεθνές περιβάλλον και την προσαρμογής της στη διπλή πρόκληση του ψηφιακού και του πράσινου μετασχηματισμού. Για να επιτευχθεί αυτό, η ΕΕ πρέπει να συνεχίσει και να ενισχύσει περαιτέρω την εδαφική διάσταση των πολιτικών της, διασφαλίζοντας τα κύρια χαρακτηριστικά της πολιτικής συνοχής, όπως η εταιρική σχέσης, η πολυεπίπεδη διακυβέρνηση και η εδαφική προσέγγιση.
Τόνισε επίσης τη σημασία της αξιολόγησης του εδαφικού αντίκτυπου κάθε ευρωπαϊκής πολιτικής στις περιφέρειες της ΕΕ.
Τέλος, ο κ. Παπαθανάσης συζήτησε προτάσεις για την απλούστευση του ρυθμιστικού πλαισίου που διέπει την πολιτική συνοχής ώστε να ανταποκρίνεται όσο το δυνατόν αποτελεσματικότερα στο νέο στρατηγικό πρόγραμμα καθώς και στις μεταρρυθμίσεις που προωθούνται.
Φτάνοντας στη Σύνοδο Κορυφής, ο Υφυπουργός έκανε την ακόλουθη δήλωση: «Η πολιτική συνοχής είναι ο κύριος μοχλός της σύγκλισης των ευρωπαϊκών περιφερειών και της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητάς τους, της επίτευξης νέων στρατηγικών προτεραιοτήτων της ΕΕ, καθώς και της προσαρμογής των περιφερειών στη διπλή πρόκληση της οικολογικής και ψηφιακό μετασχηματισμό. Η εδαφική διάσταση της πολιτικής συνοχής αποτελεί ουσιαστικό συμπλήρωμα της ενιαίας αγοράς, διότι οι περιφέρειες ξεκινούν από διαφορετικά σημεία εκκίνησης. Οι μεταρρυθμίσεις πρέπει να συνοδεύονται από επενδύσεις που βελτιώνουν την ανταγωνιστικότητα των περιφερειών».