ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Τράπεζες: Αντιμέτωπες με πιστωτική επέκταση

Η αύξηση του δανειακού χαρτοφυλακίου των τραπεζών κρίνεται απαραίτητη τόσο για την οικονομία όσο και για την κερδοφορία τους

Εάν οι τράπεζες θέλουν να διατηρήσουν την κερδοφορία τους τα επόμενα χρόνια, ενόψει των μειώσεων των επιτοκίων από την ΕΚΤ, οι οποίες βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στα έσοδα από τόκους, θα πρέπει να αυξήσουν κυρίως το δανειακό τους χαρτοφυλάκιο.

Σύμφωνα με τα διοικητικά συμβούλια των τραπεζών, η πιστωτική επέκταση το 2024 αναμένεται να ανέλθει σε 7-8 δισ. ευρώ.

Σύμφωνα με στοιχεία της βάσης δεδομένων AnaCredit (αναλυτική βάση δεδομένων πιστώσεων της Τράπεζας), οι νέες εκταμιεύσεις δανείων προς μη χρηματοπιστωτικές εταιρείες (ΜΧΚ) το 2023 ανήλθαν σε περίπου 9 δισεκατομμύρια ευρώ, μείωση κατά ένα τρίτο σε σύγκριση με το 2022, αλλά εξακολουθούν να είναι σημαντικά υψηλότερες από αντίστοιχο ποσό το 2021 (7,0 δισ. ευρώ).

Αργή ανάπτυξη ιδεών των τραπεζικών καταθέσεων στο μικροσκόπιο της Επιτροπής Ανταγωνισμού

Πιστωτική επέκταση στις τράπεζες

Η πιστωτική επέκταση των επιχειρήσεων επιβραδύνθηκε σημαντικά το 2023 λόγω των υψηλότερων επιτοκίων και της ασθενέστερης οικονομικής ανάπτυξης, αλλά επιταχύνθηκε ξανά τους τελευταίους μήνες. Ο τραπεζικός δανεισμός προς τα νοικοκυριά συνεχίζει να μειώνεται λόγω της απομόχλευσης στεγαστικών δανείων.

Από την κορύφωσή του τον Σεπτέμβριο του 2022 (12,3%), ο ρυθμός αύξησης των εταιρικών δανείων μειώθηκε σημαντικά λόγω των υψηλότερων επιτοκίων και της ασθενέστερης οικονομικής ανάπτυξης λόγω της χαμηλότερης ζήτησης δανείων. Ωστόσο, από τον Σεπτέμβριο του 2023, ο ετήσιος ρυθμός αύξησης των εταιρικών δανείων έχει ανακάμψει.

Οι ελληνικές τράπεζες επωφελούνται σημαντικά από την ιστορία οικονομικής ανάκαμψης της Ελλάδας και την ανάπτυξη ιδεών του εταιρικού δανεισμού.

Εκσυγχρονίζω

Ο ελβετικός οίκος UBS, ο οποίος έχει αρχίσει να παρέχει αξιολογήσεις αγοράς στις ελληνικές τράπεζες, αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι οι ελληνικές τράπεζες ανακάμπτουν έντονα από την ελληνική κρίση χρέους και μπορούν να επωφεληθούν από μια ισχυρή μακροοικονομική ανάκαμψη και τον εταιρικό δανεισμό.

«Πιστεύουμε ότι η Ελλάδα προσφέρει μια συναρπαστική ιστορία μακροοικονομικής ανάκαμψης, καθώς διατηρούμε προβλέψεις για την ανάπτυξη ιδεών του ΑΕΠ 2,5% (2024) και 3,0% (2025). «Μετά τη λήψη περίπου 15 δισεκατομμυρίων ευρώ από τα διαθέσιμα κεφάλαια των 36 δισεκατομμυρίων ευρώ από το Recovery and Resilience Facility (RRF), η χρήση των υπόλοιπων κεφαλαίων τα επόμενα τρία χρόνια θα γίνει καταλύτης για επενδύσεις», σημειώνει η UBS.

Αναμένει επίσης έναν ισχυρό εταιρικό κύκλο δανεισμού περίπου 8% ετησίως (2023-2026), ο οποίος θα αντισταθμίσει τη συμπίεση του NIM καθώς τα επιτόκια πέφτουν, με τις ελληνικές τράπεζες να επωφελούνται από πολύ χαμηλό κοστούς χρηματοδότησης.

Στις τελευταίες εκτιμήσεις της για τις ελληνικές τράπεζες, η S&P προβλέπει ότι το πραγματικό ΑΕΠ της Ελλάδας θα αυξηθεί κατά μέσο όρο κατά 2,4% μεταξύ 2024 και 2027, υπεραποδόσεις από την υπόλοιπη ευρωζώνη.

Η ατέλειωτος απορρόφηση των κονδυλίων βοήθειας της ΕΕ θα αυξήσει τη ζήτηση για νέα δάνεια για τις επιχειρήσεις. Η S&P αναμένει ότι τα χαρτοφυλάκια τραπεζικών δανείων θα αυξηθούν κατά 4% τόσο φέτος όσο και το 2025, αν και η πιθανότητα υποαπόδοσης παραμένει υψηλή λόγω οικονομικών κινδύνων.

Επιπλέον, ο οίκος υποθέτει ότι η υψηλή ζήτηση για επισφαλή ελληνικά δάνεια θα συνεχιστεί. Οι θετικές προοπτικές στην εγχώρια αγοράστρια ακινήτων και οι αυξημένες προοπτικές οικονομικής ανάκαμψης μέσω μεταρρυθμίσεων θα στηρίξουν αυτήν την προοδευτικότητα.

Η αύξηση της πιστοληπτικής ικανότητας της κοινωνίας αυξάνει επίσης την πιστοληπτική ικανότητα των τραπεζών, οι οποίες θα μπορούν να δανείζουν με χαμηλότερα επιτόκια.

Να σημειωθεί ότι όλες οι ελληνικές τράπεζες έχουν ανέβει σε επενδυτικό βαθμό και μάλιστα δύο κλίμακες πάνω από το ελάχιστο όριο.

Τα φθηνότερα δάνεια για τις τράπεζες σημαίνουν εξίσου φθηνότερα δάνεια για εταιρείες και νοικοκυριά.

Οι δείκτες ρευστότητας των τραπεζών, οι οποίοι παρακολουθούνται και από την εποπτική αρχή, υπερβαίνουν σημαντικά τις ελάχιστες απαιτήσεις. Άλλωστε, οι ιδιωτικές καταθέσεις μετά το 2019 παρουσιάζουν συνεχή ανοδική πορεία. Αυξήθηκαν από 143 δισεκατομμύρια PLN το 2019 σε 194 δισεκατομμύρια PLN επί του παρόντος, δηλαδή κατά περίπου 50 δισεκατομμύρια PLN. Υπενθυμίζεται ότι στο τέλος του 2023 η αναλογία δανείων προς καταθέσεις ήταν 67,2%, δηλαδή πολύ κάτω από το ένα, γεγονός που αποδεικνύει την ύπαρξη πλεονάσματος καταθέσεων και επαρκούς ρευστότητας.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ