Ο μεγάλος μετασχηματισμός της ελληνικής γλώσσας και ο αντίκτυπος στον ΑΧ και στην οικονομία
Την περασμένη εβδομάδα, η αγοράστρια προσπάθησε να χωνέψει ένα ακόμη τεράστιο βήμα στον πλήρη μετασχηματισμό του ελληνικού τραπεζικού τομέα, όταν το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, το τρίτο συστημικό ταμείο που έγινε πλήρως ιδιωτικό, αποχώρησε από τον Πειραιά. Ωστόσο, πριν ηρεμήσουν οι συνέπειες αυτής της διαδικασίας, υπάρχουν ήδη σενάρια για το επόμενο και τελευταίο στάδιο της πλήρους αποεπένδυσης και η Εθνική Τράπεζα θα ολοκληρώσει το τελευταίο βήμα.
Άλλωστε, η συνολική εντύπωση που εκφράζει η Standard & Poor’s είναι ότι η έξοδος του Ταμείου από τις ελληνικές τράπεζες δεν σημαίνει ότι απλώς ολοκλήρωσε την αποστολή του, αλλά και ότι οι ελληνικές τράπεζες επιστρέφουν πλέον στην κανονική λειτουργία. Η επιτυχημένη πώληση των μετοχών του ΤΧΣ, τόσο ποιοτικά όσο και ποσοτικά, επιβεβαιώνει για άλλη μια φορά το αυξανόμενο θετικό επενδυτικό κλίμα προς τις ελληνικές τράπεζες.
S&P Global Ratings: Οι ελληνικές τράπεζες επιστρέφουν στην κανονικότητα – θετική προοδευτικότητα των αποεπενδύσεων του ΤΧΣ
Αυτό μας διαβεβαίωσε πριν λίγο καιρό ο Ηλίας Ζαχαράκης από την Fast Finance ότι το ενδιαφέρον των ξένων να τοποθετηθούν στην ελληνική αγοράστρια είναι τόσο μεγάλο που τα κανάλια μετάδοσης, όπως τραπεζικές προσφορές, IPO κ.λπ. κάνει την επιτυχίας μονόδρομο. Αυτό είναι στην πραγματικότητα μια άλλη {απόδειξη} ότι η ανάκαμψη της αξιολόγησης της επενδυτικής βαθμίδας της χώρας είναι ένα ιστορικό ορόσημο μεγάλης σημασίας για την τιμή των ελληνικών περιουσιακών στοιχείων, υπό την προϋπόθεση, φυσικά, να μην αντιστραφεί.
7 μήνες σκληρής δουλειάς
Ωστόσο, όλα ξεκίνησαν από το γεγονός ότι τον Οκτώβριο το ΤΧΣ ενέκρινε εν συντομία την αίτηση της Eurobank για επαναγορά των μετοχών της στην τιμή των 1,8 ευρώ ανά μετοχή. Η πρόταση αφορούσε 52.080.673 μετοχές, οι οποίες αποτελούσαν το 1,4% του μετοχικού κεφαλαίου της τράπεζας, γεγονός που έκανε τη Eurobank την πρώτη τράπεζα χωρίς {συμμετοχή} του Ταμείου, το οποίο, παρά το μικρό του μερίδιο, είχε ειδικά δικαιώματα ως μέτοχος. Έτσι, το ΤΧΣ έλαβε 93,7 εκατ. ευρώ από τη συναλλαγή.
Μετά την «εύκολη» διαδικασία της Eurobank, η UniCredit έκανε προσφοράς πακέτου για την Alpha Bank. Παρά τις δυσκολίες, το 9% της Alpha Bank μεταβιβάστηκε τελικά έναντι 293,4 εκατ. ευρώ, ανοίγοντας το δρόμο για απαιτητικές διαδικασίες σε Εθνική και Πειραιώς.
Εκμεταλλευόμενο την καλή οικονομική συγκυρία, το Ταμείο συνέχισε τη μερική του αποεπένδυση από την Εθνική Τράπεζα της Πολωνίας μόλις τον Νοέμβριο, πουλώντας το 22% των μετοχών του, δηλαδή 201.237.334 μετοχές προς 5,30 ευρώ έκαστη, αποκτώντας 1,06 δισ. ευρώ. Η επιτυχίας της συναλλαγής αποδεικνύεται από το γεγονός ότι η προσφοράς υπερέβη τη ζήτηση τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό κατά 8,04 φορές.
Όσο για σήμερα, το ΤΧΣ βλέπει στα ταμεία του άλλα 1,35 δισ. ευρώ να προέρχονται από το 27% της Πειραιώς. Εκδόθηκαν 337,5 εκατ. μετοχές με τιμή 4 ευρώ και οι προσφορές ήταν πρωτόγνωρες καθώς πλησίασαν τα 11 δισ. ευρώ.
Μόλις έξι μήνες μετά την έναρξη της διαδικασίας αποεπένδυσης, το ΤΧΣ συγκέντρωσε περίπου 2,8 δισ. ευρώ, παραμένοντας στην κατοχή του υπόλοιπου 18,4% της Εθνικής Τράπεζας της Πολωνίας, η πώληση του οποίου αναμένεται να πραγματοποιηθεί στο δεύτερο εξάμηνο του έτος. Και σύμφωνα με εκτιμήσεις, εάν δεν προκύψει αρνητικό γεγονός που θα διαταράξει τη θετική δυναμική, είναι πιθανό να διατεθεί σε τιμές υψηλότερες από τις τρέχουσες, γεγονός που θα συνεισφέρει επιπλέον 1 δισ. ευρώ στα ταμεία.
Αναθεώρηση ΚΕΠΕ
Φυσικά, στο πλαίσιο της θετικής οικονομικής συγκυρίας, η αγοράστρια γνωρίζει πολύ καλά ότι τα έσοδα του ΤΧΣ από τον κλάδο είναι πολύ μικρά, λαμβανομένων υπόψη των αναλογιών των κεφαλαίων που διατίθενται. Αυτό επιβεβαίωσε το ΚΕΠΕ, αλλά και η Moody’s, η οποία υπολόγισε τα αναμενόμενα έσοδα του ΤΧΣ από την αποεπένδυση των ελληνικών τραπεζών στα 3-4 δισ. ευρώ (πριν τα τελευταία γεγονότα).
Επιπλέον, το ΤΧΣ έχει συγκεντρώσει μέχρι στιγμής περίπου 4 δισ. ευρώ, κυρίως μέσω αποπληρωμής ή ανταλλαγής Cocos και πληρωμής προμηθειών (η {συμμετοχή} του Ταμείου έλαβε τη μορφή αγοράς μετοχών ή μέσω συμμετοχής στην έκδοση της Cocos – πιθανώς ενεργοποιημένη από την Εθνική Τράπεζα και της Τράπεζας Πειραιώς).
Επομένως, με βάση το συνολικό ποσό επένδυσης των 46 δισ. από το ΤΧΣ, οι τεκμαρτές ζημίες κυμαίνονται μεταξύ 42 δισ. και 43 δισ. ή εναλλακτικά, η τεκμαρτή απόδοση κυμαίνεται από -91,3% έως -93,5%, υπολογίζει το ΚΕΠΕ.
«Διαμάχες» ξένων
Ωστόσο, οι διεθνείς αναλυτές βλέπουν τις εξελίξεις από διαφορετική οπτική γωνία από το ΚΕΠΕ που συνεχίζει να δίνει ψήφο εμπιστοσύνης στον ελληνικό κλάδο, αναδεικνύοντας διάφορους καταλύτες. Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμη και μετά τα καλύτερα αποτελέσματα το 2023, τόσο θεμελιωδώς όσο και χρηματιστηριακά, σε ένα εξαιρετικά δύσκολο διεθνές περιβάλλον, το οποίο σταδιακά θα σημαδευτεί από την επερχόμενη μείωση των επιτοκίων, υπήρξε μια χιονοστιβάδα θετικών συστάσεων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Αυτό έμαθε η JP Morgan για τον κλάδο πριν από λίγες εβδομάδες κατά την τελευταία της έκθεση στη Νέα Υόρκη, ανακοινώνοντας μάλιστα ότι η ζήτηση για ελληνικά περιουσιακά στοιχεία είναι υψηλή, όπως αντικατοπτρίζεται στις πρόσφατες συναλλαγές στην αγοράστρια, με αισιόδοξες μακροοικονομικές προοπτικές, χαμηλούς εγχώριους πολιτικούς κινδύνους και καταλύτες θετικός.
Το ίδιο υποστήριξε και η Fitch Ratings, αναφέροντας ότι ο ελληνικός τραπεζικός τομέας είναι ο μόνος στη Δυτική Ευρώπη που βλέπει βελτιωμένες προοπτικές για το 2024, καθώς εκτιμά ότι η οικονομική ανάπτυξη ιδεών, η δυναμική της αγοράς ακινήτων και οι αυξημένες επενδυτικές ευκαιρίες στην Ελλάδα θα οδηγήσουν σε αύξηση χρεωμένος.
Η αντίληψη των οίκων αξιολόγησης για τη θέση των ελληνικών τραπεζών έχει αλλάξει δραματικά, δημιουργώντας ένα θετικό κλίμα στην αγοράστρια ενόψει πολλών μεγάλων εκδόσεων τίτλων που θα πρέπει να κάνουν οι τράπεζες το 2024 για να ανταποκριθούν στις σχετικές εποπτικές απαιτήσεις της κεφαλαιακής τους βάσης. Ωστόσο, οι τράπεζες καταφέρνουν ήδη να μειώσουν σημαντικά το κοστούς αυτών των εκδόσεων, επιτυγχάνοντας χαμηλότερα επιτόκια, κάτι που αντικατοπτρίζει καλύτερα την υπάρχουσα θετική δυναμική.
Η δυναμική που -όπως υπερτονίζουν εγχώριοι και ξένοι αναλυτές- θα αξιοποιηθεί ενόψει της ανάκαμψης του ελληνικού χρηματιστηρίου στις ανεπτυγμένες αγορές. Σύμφωνα με τους περισσότερους αναλυτές, μια πιθανή αλλαγή στην κατάσταση του ελληνικού χρηματιστηρίου από αναδυόμενες σε ανεπτυγμένες αγορές θα ήταν αναμφίβολα βασικός καταλύτης για θετικά αποτελέσματα, σηματοδοτώντας την επιστροφή στην κανονικότητα για τις ελληνικές μετοχές και προσελκύοντας το ενδιαφέρον πολύ μεγαλύτερων μακροπρόθεσμων επενδυτών. . Ωστόσο, όπως και με την επίτευξη επενδυτικής βαθμίδας, είναι αρκετά δύσκολο να εκτιμηθεί το καθαρό μέγεθος (δηλαδή εισροές μείον εκροές) των ροών που σταδιακά θα κατευθυνθούν στο ελληνικό χρηματιστήριο.