ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Χρέος: Σχέδιο του υπουργείου Οικονομικών για ταχύτερη μείωσή του



Σχόλια – Ανάλυση κειμένου

Χρέος: Σχέδιο του υπουργείου Οικονομικών για ταχύτερη μείωσή του
Η κυβέρνηση ετοιμάζεται να χρησιμοποιήσει ένα «μαξιλάρι» 40 δισεκατομμυρίων PLN, το οποίο κοστίζει 450 εκατομμύρια ευρώ ετησίως, για πρόωρη αποπληρωμή ακριβών δανείων και παροχές έως και 700 εκατομμύρια ευρώ ετησίως.

17 Μαρτίου 2024 – 09:10

Διάγραμμα 0 για Χρέος: Σχέδιο Υπουργείου Οικονομικών για την ταχύτερη μείωσή του

Απροσδόκητες κινήσεις για την ταχύτερη αποπληρωμή του υπάρχοντος δημόσιου χρέους ετοιμάζει η κυβέρνηση. Για πρώτη φορά, το σχέδιο μείωσης του αποθεματικού ασφαλείας των 40 δισ. ευρώ, δηλαδή του περίφημου «μαξιλαριού» που κάθε κυβέρνηση αντιμετώπιζε ως κόρη οφθαλμού (και σε ορισμένες περιπτώσεις το Άγιο Δισκοπότηρο) τίθεται σε ισχύ για σχεδόν έξι χρόνια. το τραπέζι συζήτησης, αλλά κοστίζει σε κράτος και πολίτες 450 εκατ. ευρώ ετησίως σε τόκους!

Όπως αναφέρει το Newmoney, φαίνεται ότι το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, σε συνεννόηση με τον ESM, ήρθε στην ιδέα να βάλει στα χέρια του το περιβόητο «μαξιλάρι» το 2018, ως ο λόγος που οι δανειστές το επέβαλαν. επίλυση ως επίλυση, αντί να χορηγηθεί στη χώρα πίστωση γραμμής… για παν ενδεχόμενο.

Η στρατηγική αυτή βασίζεται στην πρόωρη αποπληρωμή χρέους έως 5,3 δισ. ευρώ ετησίως (συνολικά 15-16 δισ. ευρώ από φέτος έως το 2026 ή το 2027), που θα απαλλάξει το κράτος από τα ακριβά δάνεια του πρώτου μνημονίου, γιατί κοστούς με επιτόκιο 3,9%-4% ετησίως. Εκτός από οικονομικά συμφέρουσα, μια τέτοια προοδευτικότητα είναι εμβληματική γιατί οδηγεί στην εξαφάνιση ενός «μαξιλαριού» 12 δισ. από τα δάνεια που προβλέπονται στο τρίτο μνημόνιο, τα οποία εδώ και χρόνια έχουν «κλειδώσει» στην Τράπεζα της Ελλάδος.

Τέλος της σεζόν

Το 2018, η τότε κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ επέλεξε το αποθεματικό ρευστότητας, απορρίπτοντας την πρόταση της Τράπεζας της Ελλάδος για πιστωτική γραμμή χωρίς κοστούς. Έτσι, η χώρα δανείστηκε 9 δισ. ευρώ από τον ESM, άλλα 3 δισ. ευρώ από τις αγορές και μαζί με άλλα 3,7 δισ. ευρώ από πλεόνασμα και υπερφορολόγηση, συνολικά 15,7 δισ. ευρώ πήγαν σε ειδικό λογαριασμό εξυπηρέτησης χρέους (cash buffer account). στην Τράπεζα της Ελλάδος. Το «μαξιλάρι» των 37-40 δισ. συμπληρώθηκε με τρέχοντα ρευστά περιουσιακά στοιχεία κρατικών φορέων (διαχρονικά 20-25 δισ. ευρώ), τα οποία όμως ήδη κείτονταν σε «συρτάρια» -αν και διάσπαρτα- σε ασφαλιστικά ταμεία, οργανισμούς ΝΠΔΔ, κλπ κλπ. Όλοι πήγαν για έναν λογαριασμό, χάνοντας την προηγούμενη ανεξαρτησία τους.

Ο σκοπός για τον οποίο επιλέχθηκε η επίλυση λογαριασμού buffer το 2018 και έχει πλέον εξαφανιστεί ήταν:

1. Δέσμευση της χώρας από τους πιστωτές για τουλάχιστον 4 χρόνια με τη μορφή νέου δανείου και άτυπου (τέταρτου) μνημονίου. Η διαφορά ήταν ότι του έδιναν όλα τα χρήματα προκαταβολικά, με την προϋπόθεση ότι δεν θα μπορούσε να το αγγίξει καμία κυβέρνηση (εκτός από την αποφυγή πιστωτικής κρίσης όπως αυτή του 2015), αντί σε δόσεις βάσει τριμηνιαίων αξιολογήσεων. Οι έλεγχοι συνεχίζονταν κάθε έξι μήνες. Στις 20 Αυγούστου 2022 έληξε η περίοδος της «αυξημένης εποπτείας» (όπως ονομαζόταν επίσημα) και, μαζί με τη θετική οικονομική προοδευτικότητα, εξαφανίστηκε και η αιτία διατήρησης των δανείων σε κλειστό λογαριασμό. Ωστόσο, αυτά τα 15,7 δισ. κοστίζουν πάνω από 200 εκατ. το χρόνο, ή 1 δισ. τόκοι μέχρι στιγμής!

2. Η ανάγκης η χώρα… στα μάτια των επενδυτών (με τη μορφή κουμπαρά) να έχει ένα ποσό που να καλύπτει τις υποχρεώσεις αποπληρωμής του χρέους έως και 1 χρόνο προκαταβολικά. Αυτό θεωρήθηκε ως εγγύηση ότι οι αγορές δεν θα φοβούνταν να δανείσουν την Ελλάδα στη μεταμνημονιακή εποχή – αντί της προστατευτικής ομπρέλας που θα γνώριζαν οι επενδυτές ότι είχε η χώρα εάν άνοιγε μια πιστωτική γραμμή του κατάλληλου ποσού 12-15 δισ. για… στιγμές ανάγκης . Ωστόσο, όπως αποδείχθηκε, μετά το 2018 αυτά τα χρήματα δεν χρειάζονταν πλέον.

3. Εμπιστοσύνη και ειρήνη στις αγορές για να μπορεί η χώρα να δανείζεται φθηνότερα ή με αξιοπρεπείς όρους, αρκεί να παραμείνει η μοναδική στην Ε.Ε. χωρίς επενδυτικό βαθμό. Ο λόγος αυτός εξαφανίστηκε στα τέλη του 2023 όταν η Ελλάδα ανέκτησε την επενδυτική της βαθμίδα. Στην πράξη, ωστόσο, οι αγορές βαθμολόγησαν την Ελλάδα ως χώρα επενδυτικής βαθμίδας λόγω των ισχυρών επιδόσεων της οικονομίας της – όχι λόγω των χρημάτων που είχε στο «ταμειακό της απόθεμα» ορατά στους ξένους επενδυτές.

Το «μαξιλάρι» κόστισε 1,2 δις

Η απόφασης για πρόωρη αποπληρωμή χρέους ύψους 5,3 δισ. PLN από φέτος και τα επόμενα χρόνια – πάνω από τις ετήσιες ανάγκες εξυπηρέτησης του χρέους – θεωρείται ότι έχει ληφθεί. Και αυτό θα είναι δυνατό είτε με τη χρήση χρημάτων από το «κλειδωμένο» ταμειακό buffer, είτε με τη χρήση μέρους των ελεύθερων αποθεματικών (σήμερα 24 δισ. ευρώ) από τα υπόλοιπα ταμειακά αποθέματα.

Προκειμένου το κράτος να διατηρεί και να συσσωρεύει συνεχώς στο ταμείο του 35-40 δισ. ευρώ – αντί να ξεπληρώνει χρέη – το ετήσιο κοστούς τόκων είναι πλέον τουλάχιστον 450 εκατ. ευρώ (με το μέσο ετήσιο κοστούς εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους στο 1,34%). . Ωστόσο, ιδιαίτερα για τα 12 από τα 15,7 δισ. που παραμένουν «κλειδωμένα», η χώρα πλήρωνε στους δανειστές τόκους άνω των 210 εκατ. ευρώ ετησίως. Έξι χρόνια μετά, το κοστούς των αγορών που «κλείδωσαν» τα χρήματα στον λογαριασμό του χρέους ανέρχεται σε 1,2 δισ. ευρώ, που βαρύνουν ή στερούνται οι φορολογούμενοι!

Πως εγινε αυτο?

Η χώρα δανείστηκε 9 δισ. ευρώ από τον ESM με επιτόκιο 1,1% και άλλα 3 δισ. ευρώ από τις αγορές με επιτόκιο 3,75%. Με άλλα λόγια, πλήρωνε 99 εκατ. ευρώ τόκους ετησίως για το «επίσημο» δάνειο και άλλα 110 εκατ. ευρώ στις αγορές. Επί του παρόντος, η δυναμική της οικονομίας παρέχει στην κυβέρνηση την ευκαιρία να προπληρώσει χρέος σε 15 ή 16 δισεκατομμύρια σε τρία ή τέσσερα χρόνια, μειώνοντας το κοστούς εξυπηρέτησης του χρέους κατά 200 εκατομμύρια ή περισσότερο ετησίως.

Ωστόσο, το πραγματικό όφελος θα είναι πολυμερές, γιατί αυτά τα χρήματα θα χρησιμοποιηθούν για την αποπληρωμή ακριβών δανείων από το πρώτο μνημόνιο από την ευρωζώνη. Ανέρχονται σε 52,9 δισ. PLN και έχουν περίοδο αποπληρωμής έως το 2040 με επιτόκιο 3 μηνών Euribor + 0,5%. Το επιτόκιο Euribor 3 μηνών είναι σήμερα 3,94%. Αυτό μεταφράζεται σε μείωση του χρέους με επιτόκιο 4,5%, που σημαίνει όφελος περίπου 700 εκατ. ευρώ ετησίως (συμπεριλαμβανομένων των αυξήσεων που μετακυλίονται στο Δημόσιο) μετά την αποπληρωμή των 15-16 δισ. ευρώ αυτών των δανείων.