Οι δείκτες του κλάδου και οι έρευνες δείχνουν ότι οι αυξήσεις των τιμών θα συνεχιστούν μέχρι τους πρώτους μήνες του 2024
Οι συνεχιζόμενες αυξήσεις τιμών οδηγούν σε μείωση των πραγματικών εισοδημάτων των πολιτών. Ο αντίκτυπος της ακρίβειας στο βιοτικό {επίπεδο} των εργαζομένων είναι ιδιαίτερα επιζήμιος όταν οι πολίτες μειώνουν την κατανάλωση βασικών αγαθών για να αντιμετωπίσουν την ακρίβεια.
Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη της Alco, την οποία ανέθεσε το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ, το 90% των εργαζομένων υποστηρίζει ότι μείωσε την κατανάλωση βασικών αγαθών χάρη στην ακρίβεια. Το 18% απάντησε «πολύ», «μάλλον» το 51% και «λίγο» το 21%. Επομένως, το 10% δηλώνει «καθόλου».
Πολυεθνικές εταιρείες: Πόσο ακριβότερα πληρώνουμε για τα ίδια προϊόντα στην Ελλάδα;
Η ίδια έρευνας διαπίστωσε ότι έξι στους δέκα εργαζόμενους (64%) δηλώνουν ότι δεν θα λάβουν αύξηση έως το 2023, ενώ το 34% δηλώνει ότι θα λάβει.
Εκτιμάται ότι η συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων που δήλωσαν ότι έλαβαν αύξηση ήταν αυτοί που έλαβαν τον κατώτατο μισθό, ο οποίος αυξήθηκε το 2023.
Ταυτόχρονα, οι δείκτες του κλάδου και οι έρευνες δείχνουν ότι οι αυξήσεις των τιμών θα συνεχιστούν μέχρι τους πρώτους μήνες του 2024.
Η ανακοίνωση των συνεχιζόμενων αυξήσεων έγινε από επιχειρηματίες που συμμετείχαν στην έρευνας Greek Business Pulse της Grant Thornton προκειμένου είτε να αντιμετωπίσουν τις αυξήσεις στο κοστούς παραγωγής που προκύπτουν από συνεχιζόμενες πληθωριστικές πιέσεις είτε να αποκαταστήσουν ή να επεκτείνουν τα περιθώρια κέρδους τους.
Το 54% των επιχειρήσεων θεωρεί ότι η επίμονη πληθωριστική πίεση είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο στις προοπτικές ανάπτυξης, μειώνοντας την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών. Ένα άλλο 36% θεωρεί αυτό το θέμα αρκετά σημαντικό. Λόγω της αναμενόμενης αύξησης των τιμών των πρώτων υλών, οι επιχειρήσεις αναμένουν αύξηση του λειτουργικού κόστους.
Περίπου 6 στους 10 επιχειρηματίες που συμμετείχαν στη μελέτη Grant Thornton αναμένουν αύξηση του κόστους παραγωγής, ενώ 2 στους 10 από αυτούς υποστηρίζουν ότι η αύξηση του κόστους θα ξεπεράσει το 10%.
Πόλεμος, έλεγχος…
Η κυβέρνηση εμφανίζεται αποφασισμένη να εντείνει τον πόλεμο ενάντια στον «άπληστο πληθωρισμό» στοχεύοντας τις πολυεθνικές εταιρείες.
Το υπουργείο Οικονομικής Ανάπτυξης θέλει να σφίξει ακόμη περισσότερο το ζωνάρι του δίνοντας εντολή στην αρμόδια Διυπηρεσιακή Καθοδήγηση Εφαρμογής Αγοράς (ΔΗΜΕΑ) να προβεί σε αυστηρούς ελέγχους για τη {διατήρηση} του πλαφόν των εταιρικών περιθωρίων κέρδους.
Δύο πολυεθνικές εταιρείες καταναλωτικών αγαθών (Unilever και Procter & Gamble) έχουν ήδη επιβληθεί πρόστιμο για παραβίαση του ανώτατου ορίου σε περισσότερους από 100 κωδικούς προϊόντων σε κατηγορίες όπως απορρυπαντικά, προϊόντα καθαρισμού οικιακής χρήσης και προϊόντα προσωπικής περιποίησης.
Εκτός από την επιβολή οικονομικών κυρώσεων στις παραπάνω εταιρείες, ο υπουργός Ανάπτυξης Κώστας Σκρέκας δήλωσε ότι τα ελεγκτικά ιδρύματα λαμβάνουν υπόψη 5 ακόμη διεθνείς εταιρείες.
Ο κ. Σκρέκας έστειλε ισχυρό μήνυμα ότι οι έλεγχοι θα συνεχιστούν και ότι θα επιβληθούν κυρώσεις, αναφέροντας συγκεκριμένα ότι η DIMEA δεν ερευνά μόνο τις δύο διεθνείς εταιρείες που έχουν επιβληθεί πρόστιμο για αθέμιτη κερδοσκοπία, αλλά βρίσκεται σε προοδευτικότητα έλεγχος και για άλλους διεθνείς ομίλους που προσφέρουν καταναλωτικών προϊόντων στην ελληνική αγοράστρια.
…και αντεπίθεση
Από την πλευρά τους, πολυεθνικές με δεκάδες brands και ηγεμονικές μετοχές στα ράφια των σούπερ μάρκετ είναι αποφασισμένες να αντιμετωπίσουν την «επίθεση» με κάθε μέσο.
Σύμφωνα με έγκυρες πηγές, εκτός από την προσφυγή στα δικαστήρια για την επιβολή οικονομικών κυρώσεων -η Unilever το έχει ήδη ανακοινώσει- θα υπάρξει και προσφυγή κατά του ίδιου του νόμου, καταγγέλλοντας τον εσφαλμένο τρόπο υπολογισμού των ποινών.
Το ίδιο ακριβώς πνεύμα ακολουθεί και η Unilever, με τζίρο το 2021 να ανέρχεται σε 352,7 εκατ. ευρώ έναντι 331,6 εκατ. ευρώ ένα χρόνο νωρίτερα και σημαντική αύξηση στα αποτελέσματα μετά από φόρους, τα οποία ανήλθαν στα 20,8 εκατ. ευρώ από 12,1 εκατ. ευρώ το 2020.