ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Ακρίβεια: 300% όριο τιμής φρούτων και λαχανικών

Πώς και γιατί οι καταναλωτές πληρώνουν χρυσό για το ταξίδι των φρούτων και των λαχανικών από χωράφι σε ράφι

Οι καταναλωτές βάζουν βαθιά το χέρι στην τσέπη για να αγοράσουν φρούτα και λαχανικά, συνθλίβοντας με ακρίβεια τον καθημερινό προϋπολογισμό του νοικοκυριού τους.

Τώρα τα φρούτα και τα λαχανικά φτάνουν στους καταναλωτές έως και τρεις φορές πιο ακριβά από την τιμή που πωλεί ο κατασκευαστής. Χαρακτηριστικό παραδείγματα τα πορτοκάλια Merlin, που βγαίνουν από το χωράφι με τιμή 0,15-0,25 ευρώ το κιλό και μπαίνουν στο σούπερ μάρκετ με τιμή 0,80-0,85 ευρώ το κιλό.

Επομένως, τα μήλα Starkin αφήνουν τους παραγωγούς με τιμή 0,60 ευρώ το κιλό και φτάνουν στο 1,80 ευρώ στο ράφι. Μια ντομάτα με τιμή παραγωγού από 0,80 έως 1 ευρώ το κιλό φτάνει στον καταναλωτή με 1,85 ευρώ.

Ακρίβεια: Θα μειωθούν οι τιμές μετά την πρόλογος νέων μέτρων;

Ορισμένοι λόγοι για αυτές τις αυξήσεις είναι αντικειμενικοί. Η κλιματική κρίση προκαλεί πρόωρες βροχές, ξηρασίες και καύσωνες που καταστρέφουν τις καλλιέργειες και μειώνουν την παραγωγή που δεν μπορεί να ανταποκριθεί στη ζήτηση.

Επιπλέον, οι γεωπολιτικές συγκρούσεις προκαλούν αύξηση των λιπασμάτων, των μεταφορών και της ενέργειας. Ωστόσο, ένα πολύ σημαντικό μέρος των αυξήσεων προκύπτει από τις χρυσές διαδρομές που ακολουθούν τα αγροτικά προϊόντα πριν φτάσουν στα πιάτα μας.

Επιπλέον, το πλήθος των διαμεσολαβητών που λειτουργούν ως κρίκοι στην αλυσίδα εφοδιασμού αυξάνει σταδιακά τις τιμές. Ωστόσο, υπάρχουν και ιδιαιτερότητες όπου τα προϊόντα περιφέρονται άσκοπα από την περιφέρεια στην πρωτεύουσα, και από εκεί πίσω στις γειτονικές περιοχές από όπου ξεκίνησαν το ταξίδι τους για να φτάσουν τελικά στα ράφια.

Διαδρομές και πεζοπορίες

«Τα προϊόντα δεν μας αφήνουν και πηγαίνουν απευθείας στον καταναλωτή. Η τιμή τους επηρεάζεται από τον αριθμό των χεριών που περνούν πριν φτάσουν στον καταναλωτή. Αυτά τα χέρια είναι οι λεγόμενοι μεσάζοντες. Αυτό σημαίνει ότι είναι χονδρέμπορος, έμπορος. Μπορεί ακόμη και να περάσουν από έξι χέρια πριν φτάσουν, για παραδείγματα, στο μπακάλικο. Όσο περισσότερα χέρια υπάρχουν, τόσο υψηλότερη είναι η τελική τιμή. Ωστόσο, ο παραγωγός απολαμβάνει μόνο το 1/3 της τιμής του προϊόντος που αγοράζει ο καταναλωτής», αναφέρει στα «ΝΕΑ» ο Γιώργος Καραλάκης, πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού «Ανατολή».

Τη συχνά δαιδαλώδη διαδρομή των φρούτων και των λαχανικών και τις επακόλουθες χρεώσεις για την τελική τους τιμή αναλύει στα «NEWS» ο ειδικός σύμβουλος του Συνδέσμου Ελληνικών Εταιρειών Εξαγωγών και Εμπορίας Φρούτων, Λαχανικών και Χυμών «Incofruit-Hellas», Γιώργος Πολυχρονάκης:

«Παράγουμε το προϊόν, το συλλέγουμε και το μεταφέρουμε στο συσκευαστήριο. Εκεί το προϊόν επεξεργάζεται, διαχωρίζεται, τυποποιείται και ταξινομείται σε ποιοτικές κατηγορίες. Τα μη βρώσιμα φρούτα αφαιρούνται, τυποποιούνται και συσκευάζονται σε όλο και μεγαλύτερες συσκευασίες. Υπάρχει μια αμοιβή για αυτή τη διαδικασία που περιλαμβάνει απασχόληση και υλικά συσκευασίας. Στη συνέχεια φορτώνεται και μεταφέρεται στο επόμενο στάδιο που είναι οι αγορές χονδρικής ή η εξαγωγή στο εξωτερικό. Όπου δεν υπάρχουν αντιπρόσωποι, υπάρχουν μεσάζοντες που ενεργούν ως μεσάζοντες στην πώληση ή την αγοράστρια ενός προϊόντος. Στη συνέχεια πηγαίνει σε αγορές λιανικής όπως σούπερ μάρκετ, μανάβικα και λαϊκές αγορές. Στην τιμή αποστολής προστίθεται επιπλέον χρέωση περίπου 35%.

Επιπλέον, επισημαίνει ότι οι τιμές χονδρικής στη λαχαναγορά διαφέρουν σημαντικά από τις τιμές παραγωγού και η διαφορά τους είναι στο {επίπεδο} του 60%-65%.

Αδικαιολόγητο κενό

Από την πλευρά του, ο πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Αγίας Λάρισας, Γιώργος Ζέικος, μιλά στα «NEWS» για την αδικαιολόγητη απόκλιση μεταξύ της τιμής στην οποία το προϊόν φεύγει από το χωράφι και της τιμής που προσγειώνεται στο ράφι:

«Τα προϊόντα προέρχονται από κατασκευαστές για 0,30-0,35 ευρώ και καταλήγουν στα 2,50-3 ευρώ. Σίγουρα μέρος της αύξησης δικαιολογείται από την τυποποίηση που τους επιβάλλει 0,40 ευρώ και τέλος που συνολικά ορίζει την τιμή στα 0,90 ευρώ. Αλλά πέρα ​​από αυτό, δεν μπορώ να εξηγήσω ή να καταλάβω την υπόλοιπη ανάπτυξη ιδεών. Και είναι άδικο για τον αγρότη που επιβαρύνεται με τεράστιο κοστούς παραγωγής. Όταν πουλάς 1 ευρώ ή 0,90 και βλέπεις ότι το προϊόν φτάνει στην τιμή των 2,5 ή 3 ευρώ, απογοητεύεσαι γιατί αυτά τα χρήματα δεν πάνε στον παραγωγό που θα επέτρεπε τη βιώσιμη καλλιέργεια. Δεν μπορούμε να μειώσουμε τις τιμές και άλλοι θα συνεχίσουν να κερδίζουν σε βάρος μας».

Δύο μέθοδοι

Αλλά πώς να επιτύχετε εικασίες; Σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο της Εθνικής Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών Χρήστο Γιαννακάκη, υπάρχουν δύο μέθοδοι με τις οποίες οι μεσάζοντες διογκώνουν τις τιμές και τα κέρδη σε βάρος παραγωγών και καταναλωτών:

«Η εταιρεία δέχεται προϊόντα από τον συνεταιρισμό και τα τιμολογεί σε υψηλότερη τιμή από αυτή που τα αγόρασε. Στη συνέχεια επεμβαίνει μια δεύτερη εταιρεία και τα τιμολογεί ακόμα υψηλότερα, αυξάνοντας ξανά την αξίας τους.

Τέλος, φτάνουν στο σούπερ μάρκετ με ακόμη υψηλότερη τιμή. Αυτή η έμμεση αποτίμηση, που χαρακτηρίζεται από σημαντικό βαθμό εικονικότητας και αποτελεσματική αποφυγή της φορολογίας, είναι μια από τις απαντήσεις στο ερώτημα «γιατί τα προϊόντα βγαίνουν στην αγοράστρια ακριβά». Μια άλλη μέθοδος – λόγω της αδυναμίας προμήθειας ολόκληρης της αλυσίδας από έναν κατασκευαστή – είναι να μεσολαβήσει η συγκέντρωση του προϊόντος.

Για παραδείγματα, ένας κατασκευαστής παράγει 20 τόνους προϊόντος. Ωστόσο, η αλυσίδα χρειάζεται 500 τόνους. Υπάρχει λοιπόν ένας μεσάζων που θα μαζέψει το προϊόν, δηλαδή 20 τόνους από έναν αγρότη, 50 τόνους από άλλον, 30 τόνους από τρίτο κ.λπ., για να μαζέψει την επιθυμητή ποσότητα για την αλυσίδα.

Επομένως, σε αυτή την {περίπτωση}, όταν υπάρχουν ένας ή δύο μεσάζοντες μεταξύ του αγρότη και του λιανοπωλητή που πραγματοποιούν τη λεγόμενη συγκέντρωση του προϊόντος, έχουμε να κάνουμε με κερδοσκοπία. {Αποτέλεσμα} όλων αυτών είναι ότι αν και η πραγματική αξίας του προϊόντος στο χωράφι είναι για παραδείγματα 0,70 ευρώ το κιλό, φτάνει στον καταναλωτή με τιμή 2-2,30 ευρώ».

Υπάρχει απάντηση;

Οι μεσάζοντες, η άσκοπη μετακίνηση από νομό σε νομό και η απαραίτητη μεταποίηση είναι, σύμφωνα με εκπροσώπους παραγωγών, οι τρεις βασικοί λόγοι για τους οποίους τα φρούτα, τα λαχανικά και άλλα οπωροκηπευτικά καταλήγουν στα ράφια των καταστημάτων σε τιμές έως και 300% υψηλότερες από τη συγκομιδή τους.

Στο πλαίσιο αυτό, ο αντιπρόεδρος της Εθνικής Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών Χρήστος Γιαννακάκης αναφέρει ότι ο Σύνδεσμος προετοιμάζεται τον επόμενο μήνα να ιδρύσει μια πανελλαδική εξαγωγική εταιρεία που θα εισάγει άμεσα προϊόντα στη διεθνή και εγχώρια αγοράστρια:

«Θέλουμε να κάνουμε το λεγόμενο συγκέντρωση του προϊόντος και είσοδος στις αγορές με προωθητικά εκπαιδευτικά προγράμματα προώθησης αγροτικών προϊόντων και απόδοσης καλού εισοδήματος και εξόδου, ώστε να μην προλάβουν άλλοι τον Έλληνα αγρότη και ταυτόχρονα οργάνωση συστήματος για την εθνική αγοράστρια χάρη στο οποίο αλυσίδες σούπερ μάρκετ προμηθεύονται απευθείας από την παραγωγή, χωρίς μεσάζοντες. Κι αν υπάρχει μεσάζων, ας είναι μόνο ένας. Δεν πρέπει να υπάρχουν τόσοι πολλοί άνθρωποι που κρύβουν εικασίες».

Ο πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Αγίας Λάρισας, Γιώργος Ζέικος, στηρίζει επίσης τη παραγωγή συνεταιρισμών και ομάδων παραγωγών που «θα μπορούν να πουλάνε προϊόντα χωρίς την παρουσία όλων εκείνων των μεσαζόντων που κερδίζουν πολλά χρήματα και χρεώνουν το ράφι τιμών».

Από την πλευρά του, ο ειδικός σύμβουλος του Συνδέσμου Εξαγωγέων και Εμπόρων Ελληνικών Φρούτων, Λαχανικών και Χυμών «Incofruit-Hellas», Γιώργος Πολυχρονάκης, προτείνει τη παραγωγή ενός νέου ενιαίου παρατηρητηρίου που θα καταγράφει τις τιμές από παραγωγό σε ράφι. «Εάν δεν δημιουργηθεί ένας τέτοιος φορέας, οι τιμές στην εγχώρια αγοράστρια θα συνεχίσουν να πέφτουν ως {αποτέλεσμα} της υπερτιμολόγησης».

Έκδοση Premium “NEWS”