ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Στουρνάρας: Η ελληνική οικονομία αναμένεται να σημειώσει υψηλότερη ανάπτυξη σε σύγκριση με την ευρωζώνη



Σχόλια – Ανάλυση κειμένου

Στουρνάρας: Η ελληνική οικονομία αναμένεται να σημειώσει υψηλότερη ανάπτυξη σε σύγκριση με την ευρωζώνη
Κινητήριες δυνάμεις της οικονομίας Επενδυτικές δαπάνες και ιδιωτική κατανάλωση

30 Μαΐου 2024 – 1:30 μ.μ

Φωτογραφία 0 για Στουρνάρα: Η ελληνική οικονομία αναμένεται να αναπτυχθεί υψηλότερα σε σύγκριση με την ευρωζώνη

«Η ελληνική οικονομία αναμένεται να παρουσιάσει υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης σε σύγκριση με τη ζώνη του ευρώ τα επόμενα χρόνια. «Η προοδευτικότητα αυτή είναι ιδιαίτερα σημαντική γιατί ενισχύει τη διαδικασία σύγκλισης του πραγματικού κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας προς τα μέσα επίπεδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), μια διαδικασία που διακόπηκε κατά τη διάρκεια της κρίσης του δημόσιου χρέους». Αυτό τονίστηκε, μεταξύ άλλων, στην ομιλία του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα, κατά την τελετή σχετικά με την παρουσίαση των αποτελεσμάτων της EIB INVESTMENT SURVEY 2023 για την Ελλάδα.

«Η εξέλιξη που έχει σημειωθεί τα τελευταία χρόνια και οι θετικές οικονομικές προοπτικές αντικατοπτρίζονται στην αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας των ελληνικών κρατικών ομολόγων σε επενδυτικό βαθμό, αλλά απαιτούνται συνεχείς προσπάθειες για να επιταχυνθεί ο ρυθμός ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια», συνέχισε. .

Ακολουθεί ολόκληρη η ομιλία:

«Καλωσορίσατε στην Τράπεζα της Ελλάδος και στην εκδήλωση με στόχο την παρουσίαση των αποτελεσμάτων της Έρευνας Επενδύσεων της ΕΤΕπ 2023 σε σχέσης με την ελληνική οικονομία. Στην ομιλία μου θα αναφερθώ εν συντομία στις αναπτυξιακές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και στον ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο των επενδύσεων.

1. Ελληνική οικονομία: τρέχουσα κατάσταση και προοπτικές

Η ελληνική οικονομία κατέγραψε ρυθμό ανάπτυξης 1,2% το τέταρτο τρίμηνο του 2023, έναντι 2,1% το προηγούμενο τρίμηνο. Αυτή η επιβράδυνση εξηγείται από τη μείωση της δυναμικής των επενδύσεων και των εξαγωγών αγαθών. Καθ’ όλη τη διάρκεια του 2023, η οικονομία συνέχισε να αναπτύσσεται με ικανοποιητικό ρυθμό (2%), αν και με βραδύτερο ρυθμό σε σύγκριση με τον πολύ υψηλό ρυθμό το 2022 (5,6%). Ωστόσο, παρά τις επακόλουθες διεθνείς κρίσεις και την υψηλή αβεβαιότητα που προκύπτει από γεωπολιτικές εντάσεις, από το 2021 η ελληνική οικονομία θα αναπτυχθεί ταχύτερα από την ευρωζώνη. Η ιδιωτική κατανάλωση, οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών και οι ακαθάριστες επενδύσεις παρέμειναν οι κύριες συνιστώσες της ανάπτυξης το 2023, αν και επηρεάστηκαν αρνητικά από την οικονομική επιβράδυνση των κύριων εμπορικών εταίρων της χώρας και τον υψηλό πληθωρισμό.

Συνολικά, η ελληνική οικονομία αναμένεται να παρουσιάσει υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης σε σύγκριση με τη ζώνη του ευρώ τα επόμενα χρόνια. Η προοδευτικότητα αυτή είναι ιδιαίτερα σημαντική καθώς ενισχύει τη διαδικασία σύγκλισης του πραγματικού κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας προς τα μέσα επίπεδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), διαδικασία που διακόπηκε κατά την κρίση του δημόσιου χρέους. Οι κύριοι μοχλοί της οικονομικής δραστηριότητας θα συνεχίσουν να είναι οι επενδυτικές δαπάνες, χάρη στη συνεισφορά των ευρωπαϊκών κονδυλίων, ιδίως της διευκόλυνσης ανάκαμψης και ανθεκτικότητας (RRF), και της ιδιωτικής κατανάλωσης, λόγω της αύξησης του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος λόγω της αύξησης της απασχόλησης και της μείωσης πληθωρισμός.

2. Ο ρόλος του επενδυτικού κόστους

Δεδομένων των προβλημάτων που σχετίζονται με τη γήρανση του πληθυσμού, το χαμηλό ποσοστό γεννήσεων και τη χαμηλή {συμμετοχή} στο εργατικό {δυναμικό}, ο ρόλος των επενδύσεων σε φυσικό και ανθρώπινο μέρος καθίσταται καθοριστικός για τη μελλοντική πορεία της οικονομίας τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα. Βραχυπρόθεσμα, οι επενδυτικές δαπάνες αυξάνουν τη ζήτηση και τη δυναμική ανάπτυξης. Μακροπρόθεσμα, αυξάνουν τους κεφαλαιουχικούς πόρους της οικονομίας και επιταχύνουν τον ρυθμό αύξησης της δυνητικής παραγωγής.

Οι επενδυτικές δαπάνες μπορούν να συμβάλουν στην οικονομική ανάπτυξη, είτε αφορούν τη βελτίωση των υποδομών, την κατάρτιση και την υγεία, είτε την επένδυση σε εξοπλισμό παραγωγής, μηχανήματα, άυλα περιουσιακά στοιχεία και τεχνολογία αιχμής. Ως {αποτέλεσμα} της αύξησης του υλικού και του ανθρώπινου κεφαλαίου βελτιώνεται η παραγωγικότητα της εργασίας και καθίσταται δυνατή η μόνιμη αύξηση των πραγματικών μισθών και του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων.

Ωστόσο, το επίμονα χαμηλό {επίπεδο} συσσώρευσης κεφαλαίου παραγωγής αποτελεί σημαντικό εμπόδιο για την αύξηση της παραγωγικότητας και την προσέγγιση με τον μέσο όρο της ΕΕ. Συγκεκριμένα, μετά την κρίση του δημόσιου χρέους, οι επενδύσεις στην Ελλάδα ως ποσοστό του ΑΕΠ έχουν αποκλίνει σημαντικά από τον μέσο όρο της ΕΕ.[1] οι επενδύσεις σε πραγματικούς όρους το 2022 ήταν περίπου 50% χαμηλότερες από το 2008. Ο δείκτης επενδύσεων προς ΑΕΠ, ο οποίος πριν από το 2008 ήταν περίπου 24% (δηλαδή σε {επίπεδο} συγκρίσιμο με τον μέσο όρο της ΕΕ), κατά τη διάρκεια της κρίσης κατέρρευσε και ήταν κατά μέσο όρο 11,9%. την περίοδο 2010-2020. Να σημειωθεί ότι πρόσφατη μελέτη του ΔΝΤ εκτιμά ότι, σύμφωνα με ορισμένα μέτρα, το επενδυτικό κενό στην Ελλάδα έφτασε έως και το 8% του ΑΕΠ το 2019. Σύμφωνα με τη μελέτη, παράγοντες που εμπόδισαν τις επενδύσεις περιλαμβάνουν, στην {περίπτωση} των εταιρικών επενδύσεων , διαρθρωτικά εμπόδια, ενώ σε ό,τι αφορά τις επενδύσεις των νοικοκυριών – ανάπτυξη του οικονομικού κύκλου και των εισοδημάτων.

Οι επενδύσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ αυξήθηκαν τα τελευταία χρόνια λόγω της απότομης αύξησης των επενδύσεων τη διετία 2021-2022. Οι επιχειρηματικές επενδύσεις επανήλθαν στα προ του 2010 επίπεδα, ενώ οι επενδύσεις σε οικιστικά ακίνητα είναι χαμηλές αλλά αυξάνονται ραγδαία λόγω της μεγάλης ζήτησης από εγχώριους επενδυτές καθώς και από επενδυτές από την ΕΕ και τρίτες χώρες που καλύπτονται από το πρόγραμμα Golden Visa. Ωστόσο, οι επενδύσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ παραμένουν χαμηλότερες από τον μέσο όρο της ΕΕ (14,3% έναντι 22,0% στην ΕΕ το 2023).

Να σημειωθεί, ωστόσο, ότι το επενδυτικό κενό δεν είναι μοναδικό στην ελληνική οικονομία. Η ΕΕ στο σύνολό της έχει επίσης ένα επενδυτικό κενό σε σύγκριση με τις ΗΠΑ. Σύμφωνα με την τελευταία μελέτη της ΕΤΕπ,[2] Το επενδυτικό κενό της ΕΕ σε σύγκριση με τις ΗΠΑ αποδίδεται, μεταξύ άλλων, στη δυναμική των προϊόντων, στο υψηλό κοστούς κεφαλαίου, στους οικονομικούς περιορισμούς, στο εταιρικό χρέος και στην αβεβαιότητα. Ειδικότερα, υπάρχει μεγάλο επενδυτικό κενό σε εξοπλισμό πληροφορικής και επικοινωνιών (ιδιαίτερα στον τομέα των υπηρεσιών) και σε προϊόντα πνευματικής ιδιοκτησίας. Στην {περίπτωση} της Ελλάδας, το χάσμα στις μεταποιητικές επενδύσεις σε σύγκριση με τις ΗΠΑ είναι το μεγαλύτερο στην Ε.Ε.

3. Ποια θα πρέπει να είναι τα επόμενα βήματα;

Η έγκαιρη απορρόφηση και εκταμίευση πόρων RRF στον ιδιωτικό τομέα είναι ζωτικής σημασίας για την επίτευξη του προβλεπόμενου ρυθμού αύξησης του ακαθάριστου σχηματισμού παγίου κεφαλαίου την περίοδο 2024-2026. Μέχρι στιγμής, ο ρυθμός απορρόφησης των κονδυλίων του RRF είναι ικανοποιητικός (41% του συνολικού ποσού των 36 δισ. ευρώ) και η Ελλάδα βρίσκεται στην 4η θέση στη σχετική κατάταξη των χωρών, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Ωστόσο, οι πληρωμές προς τις επιχειρήσεις γίνονται με βραδύτερο ρυθμό (14% του ποσού), γεγονός που καθυστερεί τις επενδυτικές δαπάνες.

Χρειάζεται να εφαρμοστεί ένα ευρύ φάσμα φιλόδοξων μεταρρυθμίσεων για να καλυφθεί το επενδυτικό κενό και να επιταχυνθεί ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις θα πρέπει να στοχεύουν στην αντιμετώπιση διαρθρωτικών αδυναμιών όπως οι καθυστερήσεις στη δικαιοσύνη, η γραφειοκρατία στη δημόσια διοίκηση και το έλλειμμα ψηφιακών δεξιοτήτων. Ταυτόχρονα, ωστόσο, είναι απαραίτητο να εξαλειφθούν οι περιοριστικές πρακτικές που εμποδίζουν τη λειτουργία των αγορών με την άρση των φραγμών εισόδου και το άνοιγμα των αγορών για αγαθά και υπηρεσίες στον ανταγωνισμό.

Οι μεταρρυθμίσεις θα βοηθήσουν στην προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων[3] και να διευκολύνουν τη μεγαλύτερη {συμμετοχή} των ελληνικών επιχειρήσεων σε παγκόσμιες αλυσίδες αξίας. Αυτό, με τη σειρά του, θα συμβάλει στην υιοθέτηση καινοτόμων μεθόδων παραγωγής και νέων τεχνολογιών που θα επιτρέψουν στις ελληνικές επιχειρήσεις να παράγουν προϊόντα με υψηλή προστιθέμενη αξίας και ένταση γνώσης. Το {αποτέλεσμα} θα είναι η αύξηση της αποδοτικότητας της εργασίας και της συνολικής παραγωγικότητας της ελληνικής οικονομίας.

Βασικός παράγοντας για την αύξηση των επενδύσεων και την επίτευξη ταχύτερης ανάπτυξης είναι ένα υγιές τραπεζικό σύστημα που μπορεί να παρέχει χρηματοδότηση σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Την τελευταία δεκαετία σημειώθηκε σημαντική εξέλιξη στην εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος. Ειδικότερα, βελτιώθηκε η κερδοφορία, η ρευστότητα, η κεφαλαιακή επάρκεια και η ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου των τραπεζών και συνεχίστηκε η αποεπένδυση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) από το μερίδιό του στα ίδια κεφάλαια των τραπεζών. Ωστόσο, είναι απαραίτητο να ενισχυθεί περαιτέρω η ανθεκτικότητα του τραπεζικού συστήματος, μεταξύ άλλων μέσω της ποσοτικής και ποιοτικής βελτίωσης της κεφαλαιακής βάσης των ελληνικών τραπεζών και της μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων τους, προκειμένου να προσεγγίσουν τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Επιπλέον, περαιτέρω ενίσχυση του ανταγωνισμού στο εθνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα με τη παραγωγή του λεγόμενου Ο «πέμπτος πόλος» θα μπορούσε να βελτιώσει τις συνθήκες χρηματοδότησης.

Η τραπεζική χρηματοδότηση των επενδυτικών αναγκών των επιχειρήσεων μπορεί να ενισχυθεί περαιτέρω με τη χρήση όλων των εθνικών και ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών μέσων, όπως αυτά της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ), της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (ΕΤΑΑ), της Ελληνικής Τράπεζας Ανάπτυξης (ΕΑΤ). και το RRF.

Εκτός από την τραπεζική χρηματοδότηση, θα πρέπει να διερευνηθούν ευκαιρίες για χρήση όλων των διαθέσιμων μορφών χρηματοδότησης ιδιωτικών επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης στις κεφαλαιαγορές. Τα επιχειρηματικά κεφάλαια, τα ιδιωτικά κεφάλαια, το crowdfunding, οι επιχειρηματικοί άγγελοι, οι επιταχυντές εκκίνησης και οι μικροχρηματοδοτήσεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την κάλυψη των επενδυτικών αναγκών μικρομεσαίων επιχειρήσεων που δεν διαθέτουν επαρκή πάγια στοιχεία ενεργητικού ως εγγύηση για τραπεζικό δάνειο.

4. Τελικές παρατηρήσεις

Τέλος, θα ήθελα να επισημάνω ότι η εξέλιξη που έχει σημειωθεί τα τελευταία χρόνια και οι θετικές οικονομικές προοπτικές αντικατοπτρίζονται στην αύξηση της πιστοληπτικής ικανότητας επενδυτικής βαθμίδας των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου. Ωστόσο, απαιτούνται περαιτέρω προσπάθειες για την επιτάχυνση των ρυθμών ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια. Αυτό απαιτεί την {εφαρμογή} μεταρρυθμίσεων και τη χρήση όλων των διαθέσιμων ευρωπαϊκών κονδυλίων, τα οποία είναι καίριας σημασίας για τη χρηματοδότηση των επενδύσεων.

Ανυπομονώ να ακούσω τις {απόψεις} της ΕΤΕπ και τα αποτελέσματα της επενδυτικής μελέτης, καθώς και τις προτάσεις όλων των διακεκριμένων ομιλητών μας για τις επενδυτικές προοπτικές και τη χρηματοδότηση των επενδυτικών αναγκών της ελληνικής οικονομίας».